Γιώργος Μαυρογιώργος, Εσωτερική εκπαιδευτική πολιτική και ποιότητα στην εκπαίδευση
[...] Το σχολείο έχει γίνει πιο δημοκρατικό, πιο ανοιχτό και πιο μαζικό με αποτέλεσμα η εργασία σ αυτό να γίνεται πιο απαιτητική και πιο περίπλοκη, με νέους ρόλους και νέες αρμοδιότητες. Το άνοιγμά του και ο εκδημοκρατισμός του επιτρέπουν στις κοινωνικές αντιφάσεις να αποτυπώνονται όλο και πιο έντονα στις καθημερινές πρακτικές. Κοινωνική διάκριση, αποκλεισμός. διαρροή και εγκατάλειψη σχολείου, διάκριση φύλων, σχολική παραβατικότητα ,σχολική αποτυχία, υπο-επίδοση, πολιτικές ακώλυτης προαγωγής και επιείκειας, απαξίωση των τίτλων σπουδών, κίνητρα, πολυπολιτισμική σύνθεση της τάξης, υποχρεωτική παρακολούθηση κ.ά. συνθέτουν ένα ιδιαίτερα ανοιχτό, σε συγκρούσεις, διλήμματα και αντιφάσεις, πεδίο παιδαγωγικής πράξης.
Τα σχολεία δε μπορούν ,πλέον, να περιορίζονται στην τυπική διεκπεραίωση του διδακτικού έργου. Αυτό το έργο καλούνται να το εμπλουτίζουν συστηματικά. Η πολιτισμική και κοινωνική σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού του σχολείου αναδεικνύει προτεραιότητες για μια άλλη παιδαγωγική: την παιδαγωγική της αισιοδοξίας, την παιδαγωγική της άμβλυνσης των διάφορων μορφών διάκρισης, την παιδαγωγική του τακτ, του σεβασμού και της αναγνώρισης του άλλου, την παιδαγωγική της μέριμνας, της έγνοιας ,της φροντίδας και της αλληλεγγύης, την παιδαγωγική της θετικής αξιολόγησης και θετικής διάκρισης. Σ’ αυτό το πεδίο ο εκπαιδευτικός καλείται να ενσωματώνει στα τυπικά και συμβατικά του μαθήματα εμπειρίες πολύμορφου εγγραματισμού, αγωγής ελεύθερου χρόνου, αγωγής υγείας, αγωγής περιβάλλοντος, αγωγής κατανάλωσης, αγωγής ειρήνης και κοινωνικής αλληλεγγύης, αγωγής επικοινωνίας και συνεργασίας, σεβασμού και αποδοχής του άλλου, αγωγής αυτογνωσίας και αυτοεκτίμησης, κ.ά. Όλα αυτά προϋποθέτουν από τη μια την κατανόηση της συνολικής κοινωνικής λειτουργίας του σχολείου στις νέες συνθήκες και από την άλλη συλλογικές μορφές παρέμβασης για βαθύτερο εκδημοκρατισμό σχολείου και κοινωνίας.
Η αναζήτηση της ποιότητας στην εκπαίδευση δε μπορεί να παρακάμψει τις νέες αυτές συνθήκες και τις εξελίξεις και ούτε μπορεί να διεκπεραιωθεί αν περιορισθεί μόνο σε διαδικασίες αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης. Είναι μια υπόθεση που διαπερνά το σύνολο των μέτρων που συγκροτούν τη διαμόρφωση και την άσκηση της εκπαιδευτικής πολιτικής. Δεν είναι απλώς θέμα απογραφής, καταγραφής, κωδικοποίησης, αποτύπωσης και αξιολόγησης. Ούτε είναι ζήτημα κεντρικής σύλληψης, σχεδιασμού και επιβολής με υπουργικές αποφάσεις και εγκυκλίους. [...] O ίδιος ο κεντρικός σχεδιασμός και η άσκηση της εκπαιδευτικής πολιτικής, με δεδομένες τις αντιφάσεις της, δημιουργεί πολλά περιθώρια σχετικής αυτονομίας στις σχολικές μονάδες, oταν αυτές αντικειμενικά καλούνται να την προσαρμόζουν προς τις εκπαιδευτικές, κοινωνικές, και γεωγραφικές τους ιδιαιτερότητες. Γενικότερα ζητήματα, όπως αναλογία διδασκόντων - διδασκομένων, πολυπολιτισμική σύνθεση των τμημάτων, κοινωνική σύνθεση,διάκριση φύλων, σχολική διαρροή, σχολική υπο-επίδοση, σχολική παραβατικότητα, κ.τ.ο., τα οποία προσδιορίζουν συνήθως με διαφορετικό τρόπο τις διάφορες σχολικές μονάδες, δεν αντιμετωπίζονται με ενιαίο τρόπο από τις διάφορες σχολικές μονάδες, με τη συγκεκριμένη σύνθεση του διδακτικού προσωπικού. Κάτω από τις προϋποθέσεις αυτές, η εκπαιδευτική μονάδα αντικειμενικά έχει προυποθέσεις και για τη διαμόρφωση και άσκηση “εσωτερικής” εκπαιδευτικής πολιτικής. Αυτό ισχύει και στην περίπτωση μιας κεντρικής προτυποποίησης των δεικτών ποιότητας.
Η σχετική αυτονομία των σχολικών μονάδων δεν έχει σταθερά και μόνιμα χαρακτηριστικά. Η σχετική αυτονομία συρρικνώνεται ή διευρύνεται, ανάλογα με την πολιτικοκοινωνική συγκυρία και την κοινωνική δυναμική που αναπτύσσεται στην εκπαίδευση και την κοινωνία. Ο βαθμός σχετικής αυτονομίας αναγνωρίζεται, ανιχνεύεται, καταγράφεται, αξιοποιείται και διευρύνεται και με την καθημερινή συλλογική πράξη στη σχολική μονάδα με το σύλλογο διδασκόντων, με τη συγκεκριμένη κοινωνική σύνθεση του μαθητικού πληθυσμού. Είναι σαφές ότι τόσο οι εκπαιδευτικοί όσο και οι μαθητές δε συγκροτούν ενιαίες και ομοιογενείς ομάδες από άποψη σύνθεσης (κοινωνική προέλευση ,φύλο, κ.α.). Με το σύνολο των διαφορών τους συμμετέχουν ενεργά στο πλαίσιο της σχολικής μονάδας στην ίδια την εκπαιδευτική διαδικασία. Η σχετική αυτονομία καταχτιέται με τη διαμόρφωση και την άσκηση εσωτερικής εκπαιδευτικής πολιτικής μονάδας που προκύπτει ως αποτέλεσμα των συγκρούσεων, των αντιφάσεων και των διλημμάτων στα οποία οι εκπαιδευτικοί καλούνται να δίνουν άμεσες λύσεις. Το κεντρικό ερώτημα που τίθεται σε αυτή την περίπτωση είναι αν συνειδητοποιούνται τα όρια της σχετικής αυτονομίας και αν αυτά αξιοποιούνται με μετασχηματιστικό προσανατολισμό. Η αναγνώριση της σχετικής αυτονομίας εκπαιδευτικών και σχολικών μονάδων παραπέμπει και στον αντίστοιχο βαθμό ευθύνης που προκύπτει σε ένα συγκεντρωτικό πλαίσιο άσκησης της εκπαιδευτικής πολιτικής. Είναι αλήθεια ότι αυτή η ανάλυση ανοίγει εύκολα το πεδίο για υποβιβασμό της συνολικής κοινωνικής λειτουργίας του σχολείου σε συλλογική ή ατομική υπόθεση των υποκειμένων (εκπαιδευτικών και μαθητών) της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Μια τέτοια εκδοχή προσφέρεται για μεταφορά των αιτίων της εκπαιδευτικής κρίσης στο ίδιο το σχολείο και για αθώωση των κυρίαρχων επιλογών άσκησης της εκπαιδευτικής πολιτικής [...] Αν ισχύουν όλα τα παραπάνω, φαίνεται ότι η πολιτική επιλογή, μπροστά στην ευρωπαϊκή πρόκληση, είναι μια επιλογή εναρμόνισης και προσαρμογής που είναι ανοιχτή σε διαδικασίες μηχανιστικής προσκόλλησης και εικονικής αλλαγής εις βάρος της ουσιαστικής μεταλλαγής των δομών και του περιεχομένου της εκπαίδευσης. Όμως το ελληνικό σχολείο καλείται να δώσει τη δική του εκδοχή "ευρωπαϊκής διάστασης, με φίλτρο ιδεολογικό σημαντικά πολιτικά και κοινωνικά ερωτήματα που εστιάζονται στην κυριαρχία ενός νέου ευρωκεντρισμού, νέων μορφών κοινωνικού αποκλεισμού και αναλφαβητισμού, ανισότητας και διακρίσεων, στην κυριαρχία ορισμένων πολιτισμικών αγαθών, τη διείσδυση των "δυνάμεων" της αγοράς στην εκπαίδευση, την ανεργία, τη συρρίκνωση της δημοκρατίας κ.ά. Αυτά είναι ζητήματα που βρίσκονται στην καρδιά του ζητήματος για την ποιότητα στην εκπαίδευση. Η έκβασή τους κρίνεται από τη συνολική κοινωνική παρέμβαση και διαπραγμάτευση, μέσα και έξω από το σχολείο. Στο κάτω-κάτω ,το σχολείο που έχουμε δεν είναι το σχολείο που μας χαρίστηκε. Είναι το σχολείο που έχει προκύψει και ως αποτέλεσμα κοινωνικών αγώνων και διεκδικήσεων…