Διασταυρούμενες προσλήψεις:
τα διακυβεύματα της μετάφρασης των Μυστηρίων των Παρισίων
στην Αγγλία και την Ελλάδα.
Στην ιστορία των μεταφραστικών σπουδών, η κριτική τις πιο πολλές φορές επικεντρώνεται στις σύνθετες και σίγουρα σημαντικές σχέσεις που υφαίνονται μεταξύ του συγγραφέα και του μεταφραστή του. Αλλά αυτό γίνεται συχνά εις βάρος της μελέτης ενός τρίτου παράγοντα εξίσου σημαντικού, θα λέγαμε σημαντικότερου, που αναδεικνύεται καθοριστικός στη επεξεργασία των μεταφράσεων : ο αναγνώστης των μεταφράσεων. Ο Edmond Cary στην μελέτη του για τον Jacques Amyot, τον πιο γνωστό μεταφραστή του 16ου αιώνα εφιστούσε ακριβώς την προσοχή στο γεγονός ότι ή επιτυχία του οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο ότι δεν αντιλαμβανόταν την εργασία του μόνο ως μια αναμέτρηση ανάμεσα στο κείμενο-πηγή και την μητρική γλώσσα του μεταφραστή, αλλά και ως ένα πεδίο συνάντησης ενός συγκεκριμένου αναγνωστικού κοινού1. Περισσότερο από τρεις αιώνες αργότερα, αυτός ο τρίτος παράγοντας, ο αναγνώστης, θα αποκτήσει σημαντική θέση μέσα σε ένα περιβάλλον στο οποίο αναπτύσσεται η «βιομηχανική λογοτεχνία2» και σε μια καπιταλιστική διαχείριση του κόσμου των γραμμάτων όπου η αναζήτηση του κέρδους θα γίνει ο μόνος κανόνας: το να προσελκύσουν ένα κοινό και μάλιστα όσο το δυνατόν μεγαλύτερο έγινε ο υπέρτατος σκοπός και η προτεραιότητα των εκδοτικών και δημοσιογραφικών κύκλων. Τα Μυστήρια των Παρισίων αποτέλεσαν κατά μιαν έννοια το επίκεντρο του παραδείγματος αυτής της νέας λογοτεχνίας διότι παρόλο που οι ερμηνείες ποικίλλουν για τις αρχικές προθέσεις του Ευγένιου Σύη, είναι αδιαμφισβήτητο ότι το μυθιστόρημά του συνάντησε μια σημαντική ανταπόκριση που ξεπέρασε το αποκλειστικά αστικό κοινό της εφημερίδας Journal des débats και απλώθηκε έως τις λαϊκές τάξεις3. Αλλά εάν οι μελέτες που αφορούν την κοινωνιολογία του αναγνωστικού κοινού των Μυστηρίων των Παρισίων στη Γαλλία είναι πολυάριθμες και ανθούσες, αυτού του τύπου οι σπουδές υπολείπονται όσον αφορά το ξένο αναγνωστικό κοινό των μεταφράσεων αυτού του μυθιστορήματος, ένα κοινό που δεν παρουσιάζει παρά ελάχιστη ομοιογένεια: για παράδειγμα αφ΄ενός το ελληνικό αναγνωστικό κοινό του Σύη δεν είναι το ίδιο με το αγγλικό εξ αιτίας των κοινωνικο-ιστορικών διαφορών ανάμεσα στις δύο χώρες4 και αφετέρου τα "εθνικά" αναγνωστικά κοινά δεν είναι ενιαία και ποικίλλουν όπως φαίνεται και από την έκδοση της μετάφρασης που τα αφορά5. Η μελέτη αυτών των μεταφράσεων και του αναγνωστικού κοινού στο οποίο απευθύνονται είναι ωστόσο ουσιώδης για να αντιληφθούμε καλύτερα τη διαδικασία που διαμόρφωσε την πρόσληψη στο εξωτερικό των Μυστηρίων των Παρισίων, το οποίο αποτελεί μια εύπλαστη κειμενική μήτρα, ικανή να προκαλεί την ίδια στιγμή την ομοφωνία μεταξύ των ανώτερων και των λαϊκών τάξεων. Σε αυτή την ανακοίνωση επιχειρούμε να δείξουμε με αφετηρία το παράδειγμα μιας ελληνικής και μιας αγγλικής μετάφρασης του μεγάλου μυθιστορήματος του Σύη, πως ο ορίζοντας προσδοκίας του αναγνώστη ο οποίος καθορίζει τις εκδοτικές πολιτικές παρεμβάλλεται εξίσου στο γράμμα του μεταφρασμένου κειμένου. Με άλλα λόγια, θα προσπαθήσουμε να δούμε ποια εργασία προσαρμογής επιτελούν οι έλληνες και οι βρετανοί μεταφραστές του Σύη ώστε να ανταποκριθούν στις προσδοκίες του κοινού στο οποίο στοχεύουν οι αντίστοιχοι εκδότες : οι έλληνες και οι άγγλοι αναγνώστες, ο καθένας στη γλώσσα του, διαβάζουν το ίδιο κείμενο των Μυστηρίων των Παρισίων;
Οι εκδόσεις και το κοινό τους
Η βρετανική μετάφραση των Μυστηρίων των Παρισίων που θα αναλύσουμε εδώ είναι αυτή που δημοσιεύτηκε το 1844 από τον William Dugdale ο οποίος διέμενε στον αριθμό 16 του Holywell Street, ενός δρόμου του οποίου η ιστορία περιγράφεται εν εκτάσει στα Μυστήρια του Λονδίνου του Reynolds :
Η οδός Holywell άλλοτε ήταν γνωστή μοναχά για τις αγορές μεταχειρισμένων ρούχων και τους βιβλιοπώλες που εμπορεύονταν άσεμνα βιβλία και έντυπα. Ως εκ τούτου η φήμη που είχε δεν ήταν καθόλου καλή6.
Αυτή η μετάφραση δεν αναφέρει το όνομα του μεταφραστή σύμφωνα με τον μεταφραστικό βρετανικό κανόνα που ίσχυε από την εποχή του Dryden και ο οποίος σχολιάζεται από τον Lawrence Venuti με τον παρακάτω τρόπο:
Ένα μεταφρασμένο κείμενο, είτε πρόκειται για πεζό είτε πρόκειται για ποίηση, μυθοπλασίας ή όχι γίνεται αποδεκτό από τους περισσότερους εκδότες, κριτικούς ή αναγνώστες όταν είναι εύκολα αναγνώσιμο, όταν η απουσία κάθε υφολογικής ή γλωσσολογικής ιδιομορφίας δίνει μια εντύπωση διαφάνειας, ή την ψευδαίσθηση ότι η μετάφραση καθρεφτίζει την προσωπικότητα του ξένου συγγραφέα, ή την πρόθεσή του, ή την κύρια αίσθηση του ξένου κειμένου- με άλλα λόγια την ψευδαίσθηση ότι η μετάφραση δεν είναι στην πραγματικότητα μετάφραση, αλλά πρόκειται για πρωτότυπο7.
Με το να μην εμφανίζεται το όνομα του μεταφραστή στο έργο, το αγγλικό αναγνωστικό κοινό συσχέτισε το μυθιστόρημα του Σύη με το όνομα του εκδότη William Dugdale, του οποίου η κακή φήμη έβλαψε το σημαντικότερο έργο του Ευγένιου Σύη8. Γιατί εκτός από το να είναι "ένας από τους πιο παραγωγικούς εκδότες βρώμικων βιβλίων", ο Dugdale κινούνταν επίσης στο ταραχώδες περιβάλλον των ριζοσπαστών και επιπλέον είχε συμμετάσχει στη συνομωσία της Cato Street, σύμφωνα με τις βιογραφικές πληροφορίες που δίνει ο Ashbee, στο παράνομο έργο του Βιβλιογραφία των απαγορευμένων βιβλίων9. Με αυτό τον τρόπο Τα Μυστήρια των Παρισίων είναι, με την άφιξή τους στη Μεγάλη Βρετανία, συνδεδεμένα, μέσω του εκδότη αυτού, όχι μόνο με την υποψία της ανηθικότητας, αλλά και με μια πολιτική ιδεολογία αλλαγών, την ώρα που ο σοσιαλισμός του Σύη προκαλεί φιλονικίες στη Γαλλία.
Στην Ελλάδα, η μόνη ολοκληρωμένη μετάφραση των Μυστηρίων των Παρισίων, η οποία θα επανεκδίδεται συχνά μέχρι το τέλος του αιώνα σε όλες τις μεγάλες πόλεις όπου έχει δημιουργηθεί αναγνωστικό κοινό μυθιστορημάτων (Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη και Αθήνα) είναι έργο του Ιωάννη Σκυλίτση, ενός νέου μεταφραστή και δημοσιογράφου από τη Σμύρνη προοριζόμενου για μια λαμπρή καριέρα. Αυτή η μετάφραση δημοσιεύθηκε στην αρχή ως παράρτημα στην εφημερίδα της Σμύρνης Αμάλθεια10, πριν επανατυπωθεί το 1845 σε μια δίτομη έκδοση από το «Τυπογραφείο των Μυστηρίων των Παρισίων»11 : πρόκειται για ένα τυπογραφείο που ιδρύθηκε το 1844 το οποίο ήταν η πραγματοποίηση του μεγάλου ονείρου του Σκυλίτση για ένα μοντέρνο τυπογραφείο, στα πρότυπα εκείνων που είχε επισκεφθεί στο Παρίσι κατά τη διάρκεια του ευρωπαϊκής του περιήγησης που άρχισε το 1842. Έτσι αντίθετα από την αγγλική μετάφραση που τοποθετούσε τα Μυστήρια των Παρισίων κατευθείαν στο περιθώριο της «νόμιμης λογοτεχνίας» εξαιτίας των εκδοτικών δραστηριοτήτων του William Dugdale, η ελληνική μετάφραση μπορούσε να γίνει δεκτή από το κοινό χωρίς τη μεσολάβηση αρνητικών προκαταλήψεων, γιατί το «Τυπογραφείο των Μυστηρίων των Παρισίων» όχι μόνο δεν είχε ακόμα εκδοτικό παρελθόν, αλλά ο μεταφραστής του μυθιστορήματος ήταν επίσης γνωστός από τις μεταφράσεις των πιο υψηλών λογοτεχνικών έργων: είχε ήδη πρώιμα μεταφράσει, το 1834 σε ηλικία 15 ετών τη Θηβαϊδα του Ρακίνα, έπειτα το 1841 το Θάνατο του Σωκράτη του Λαμαρτίνου πριν να εμφανιστεί η μετάφρασή του των Μυστηρίων των Παρισίων στα 184512.
Εάν λοιπόν επί του παρόντος ενδιαφερόμαστε για το αναγνωστικό κοινό στο οποίο απευθύνονται αυτές οι δύο μεταφράσεις, η διαφορά τους είναι πιο έντονη. Η έκδοση Dugdale, εικονογραφημένη με δεκαέξι ξυλογραφίες, είναι μια έκδοση σε χαρτί μέτριας ποιότητας και μικρών διαστάσεων, τυπωμένη με μια μικροσκοπική γραμματοσειρά και τόσο πυκνή ώστε το σύνολο του μυθιστορήματος δεν καταλαμβάνει παρά μόνο 595 σελίδες.
Οι υποσημειώσεις, πολύ συχνές στο πρωτότυπο, απουσιάζουν από αυτή την έκδοση η οποία επιλέγει να τις ενσωματώσει στην αφήγηση, ή να τις αγνοήσει τελείως. Αυτή η μετάφραση πουλήθηκε σε 38 φυλλάδες και απευθυνόταν σε ένα φτωχό κοινό, κυρίως εργάτες όπως μαρτυρεί εξάλλου και η δουλειά του ανώνυμου μεταφραστή που απλοποιεί την σύνταξη του Σύη όταν αυτή γίνεται βασανιστικά περίπλοκη13. Όσον αφορά την έκδοση Σκυλίσση αυτή απευθύνεται σε ένα αναγνωστικό κοινό τελείως διαφορετικό. Αυτή η έκδοση σε δύο τόμους εξακοσίων σελίδων ο καθένας, δεν είναι εικονογραφημένη, αλλά περιέχει τυπογραφικά στολίσματα (βινιέττες) στην αρχή και στο τέλος των κεφαλαίων. Βρίσκουμε επίσης έναν πρόλογο του μεταφραστή και πλήθος υποσημειώσεων που περιέχουν όχι μόνο τις σημειώσεις του συγγραφέα αλλά επίσης και πολυάριθμες υποσημειώσεις του μεταφραστή. Η έκδοση αυτή πουλήθηκε με συνδρομή και ο αριθμός των συνδρομητών ξεπέρασε τους οκτακόσιους κατά τη διάρκεια της περιοδικής της έκδοσης, σύμφωνα με τον αριθμό που έδωσε ο Σκυλίσσης στον πρόλογό του14. Μπορούμε εύκολα να συμπεράνουνε το είδος του κοινού στον οποίο στόχευε αυτή η έκδοση από την επιλογή της γλώσσας της μετάφρασης: ο Σκυλίσσης διάλεξε να μεταφράσει το μυθιστόρημα του Σύη, τουλάχιστον στο αφηγηματικό του μέρος, στη γλώσσα που κυριαρχούσε στην αφήγηση του ελληνικού 19ου αιώνα, στην καθαρεύουσα, μια αρχαϊστική αποκατάσταση της ελληνικής, που γράφονταν και μιλιούνταν μόνο από τους λογίους και την αστική τάξη15.
Ωστόσο αυτή η διαφορά ανάμεσα στο αναγνωστικό κοινό του Dugdale και του Σκυλίσση δεν υπαγορεύει μόνο στους μεταφραστές την επιλογή του επιπέδου της χρησιμοποιούμενης γλώσσας, και η διαφορά ανάμεσα στα δυο κείμενα δεν βρίσκεται αποκλειστικά σε μια απλοποίηση της σύνταξης στη μια και σε μια πιο σύνθετη σύνταξη στην άλλη : ο ορίζοντας προσδοκίας του αναγνώστη των μεταφράσεων θα εισαγάγει επίσης στρεβλώσεις στο γράμμα του κειμένου με τρόπο ώστε να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις και την δεκτικότητα των δύο κοινών στα οποία απευθύνονται.
Μυθιστόρημα "τολμηρό", μυθιστόρημα "ηθικό"
Γι αυτό το λόγο δεν πρέπει να ξεγελαστούμε από την αντίληψη ότι η μετάφραση είναι μια πιστή αντανάκλαση του πρωτοτύπου όπως μας αφήνει να πιστέψουμε το σχόλιο που είναι γραμμένο στην σελίδα τίτλου της έκδοσης Dugdale : « Faithfully translated form the original French ». Είναι λοιπόν κεφαλαιώδες να προβούμε σε μια υποψιασμένη ανάγνωση των μεταφράσεων, να τις αντιπαραβάλλουμε με το πρωτότυπο τους έχοντας πάντοτε υπόψη μας ότι αυτό το πρωτότυπο δεν είναι ακριβώς το ίδιο στις δύο αυτές περιπτώσεις : το κείμενο πηγή της έκδοσης Dugdale είναι η πρώτη έκδοση του κειμένου όπως αυτή είχε εμφανιστεί στην Journal des débats, ενώ το κείμενο-πηγή στη μετάφραση Σκυλίσση βασίστηκε στην καινούρια έκδοση του κειμένου, αναθεωρημένη και διορθωμένη από τον συγγραφέα, όπως δημοσιεύτηκε από τον παρισινό εκδότη Gosselin στα 1843, μετά την δημοσίευσή του σε συνέχειες στην εφημερίδα,.
Η εμφάνιση των πρώτων μεταφράσεων των Μυστηρίων των Παρισίων στη Μεγάλη Βρετανία όπως και στην Ελλάδα γίνονται μέσα σε ένα κλίμα περιφρόνησης για την λαϊκή μυθοπλασία που βρισκόταν σε πλήρη άνθηση εκείνη την εποχή, διότι διέφθειρε τα χρηστά ήθη. Ο Thackeray σε ένα άρθρο που εμφανίζεται τον Απρίλιο του 1843 αξιολογούσε τα Μυστήρια των Παρισίων ως «μια βδελυρή και χοντροκομμένη καρικατούρα, από τις πιο ωμές και πιο αιματηρές […] ανάξια ενός καλλιτέχνη» και εφιστούσε την προσοχή στον ενδεχόμενο κίνδυνο ανάγνωσης αυτού του μυθιστορήματος που θα προκαλούσε "μια ένοχη συμπάθεια για τους εγκληματίες16". Στην Ελλάδα η πρόσληψη του μυθιστορήματος είναι παρόμοια, αλλά το σχήμα δεν είναι ακριβώς το ίδιο. Στη δεκαετία του 1840 η Ελλάδα δεν έχει μπει ακόμα στην «βιομηχανική λογοτεχνία» η οποία απευθυνόταν σε ένα αναγνωστικό κοινό πέρα από τις εύπορες τάξεις. Το είδος του μυθιστορήματος είναι εκείνη την εποχή συνδεδεμένο με τη μετάφραση και πιο συγκεκριμένα με την κυρίαρχη μεταφρασμένη λογοτεχνία που δεν είναι άλλη από τη γαλλική : είναι αυτά τα μεταφρασμένα γαλλικά μυθιστορήματα μεταξύ των οποίων και τα Μυστήρια των Παρισίων που γίνονται αντικείμενο κριτικής και τα οποία κατηγορούνται τόσο για τη μεγάλη τους ελαφρότητα, όσο και για τον αμοραλισμό τους. Ο έλληνας μεταφραστής Σκυλίσσης είναι υποψιασμένος για τις κριτικές στις οποίες θα εκτεθεί η μετάφρασή του. Αναφέρει μάλιστα και μια στην εισαγωγή του, μια κριτική δημοσιευμένη σε μια αθηναϊκή εφημερίδα τον Αύγουστο του 1844:
Ὁ Κ. Ι. Ι. Σκυλίσσης ἐκδίδει μετάφρασιν τοῦ Mystères de Paris· Ἀπόκρυφα Παρισίων. Τὸ ἔργον εἶναι τολμηρόν· ἡ ἑλληνική γλῶσσα ὠκεανὸς, ἀλλὰ ποῖος κάλαμος δύναται νὰ περιγράψη τὰς πολυχρόους ἐκείνας ζωγραφίας τῶν ὑποχθονίων Παρισιανῶν σκηνῶν ; - Τί ὠφελεῖ πρὸς τούτοις νὰ καταδείξωμεν εἰς Ἔλληνας ἀναγνώστας τόσα ἐγκλήματα, τόσους διαλόγους κακούργων, τὰ ὀποῖα ἡ φαντασία τοῦ Κ. E. Süe, ἐκ μικρᾶς ἀληθείας ὁρμωμένη, ἐπλαστούργησε και ἐμεγαλοποίησε17 ;
Αυτή η κριτική αναπτύσσεται γύρω από τη ρητορική ερώτηση «προς τι» το έργον και κατηγορεί το έργο του Σύη ως έργο άχρηστο, δηλαδή αποκλειστικά διασκεδαστικό : η μετάφρασή του δεν έχει τίποτα να προσφέρει, σύμφωνα με τον κριτικό, στον έλληνα αναγνώστη. Ο Σκυλίσσης ωστόσο κάνει χρήση αυτής της κριτικής για να την ανασκευάσει, επιχειρηματολογώντας εκ του αντιθέτου για να υποστηρίξει τη χρησιμότητα του μυθιστορήματος : πρόκειται όχι μόνο περί ενός έργου ηθικού, περί ενός «εὐαγγελίου φιλανθρωπίας, θεοσεβείας18», αλλά εξίσου για ένα έργο χρήσιμο στον αναγνώστη γιατί «εδώ αποκτά τις και την εμπειρίαν του κόσμου19». Σ’αυτή τη διπλή κατάφαση της ηθικότητας του έργου και της χρησιμότητας της μυθοπλασίας του Σύη βρίσκεται ακριβώς όλη αυτή η μεταφραστική προσπάθεια του Σκυλίσση η οποία είναι στους αντίποδες της προσπάθειας του μεταφραστή των εκδόσεων Dugdale όπως θα δούμε παρακάτω.
Το παράδειγμα του πορτραίτου της Φλερ ντε Μαρί που διαγράφεται από την ίδια την ηρωίδα στο εσωτερικό ενός διαλόγου είναι από αυτή την άποψη πολύ εύγλωττο. Το κείμενο του Σύη αναφέρεται στην πορνεία με τρόπο πολύ διακριτικό και λεπτό:
Honnête ! Mon Dieu ! Et avec quoi donc veux-tu que je sois honnête ? Les habits que je porte appartiennent à l’ogresse ; je lui dois pour mon garni et pour ma nourriture... je ne puis pas bouger d’ici... elle me ferait arrêter comme voleuse... Je lui appartiens... Il faut que je m’acquitte...20
Αυτή η τελευταία φράση υπονοεί με τρόπο πολύ υπαινικτικό, χάρις στα αποσιωπητικά και στο μετρημένο λεξιλόγιο, την εξαναγκασμένη εκπόρνευση της Φλερ ντε Μαρί. Στη μετάφραση του Dugdale αυτή η ίδια φράση γίνεται πολύ πιο επεξηγηματική και μονοσήμαντη.
I cannot stir from here- she would have me taken up as a thief – I belong to her. I MUST PAY HER WITH MYSELF21 !
Τα αποσιωπητικά εξαφανίζονται, η φράση ολόκληρη είναι με κεφαλαία γράμματα και ο τρόπος για να απαλλαγεί από το χρέος δεν είναι πια υπονοούμενος αλλά άμεσα δηλούμενος: το αντίτιμο είναι βέβαια ίδιο το σώμα της Φλερ ντε Μαρί. Αντιθέτως η ελληνική μετάφραση διατηρεί τη διακριτικότητα του Σύη ακόμα και αν η επιλογή είναι πιο κοντινή σ’αυτήν του Dugdale. Κι αυτό το επιτυγχάνει με την προσθήκη στο τέλος της φράσης ενός συντάγματος του οποίου η λειτουργία είναι ακριβώς να ανοίξει το νόημα σε πολλαπλές ερμηνείες:
Πρέπει να πληρωθή από τον εαυτό μου όπως ημπορή...22
Ένα άλλο χωρίο που δείχνει αυτή την διαφορά ανάμεσα στις δυο μεταφράσεις από τις οποίες η μία απαλύνει την αναπαράσταση της άσεμνης σεξουαλικότητας και η άλλη την παρουσιάζει με τρόπο άμεσο και μερικές φορές ωμό, είναι μια παράγραφος του Σύη που αναφέρεται στην αιμομιξία που παρατηρείται στους κόλπους του φτωχού πληθυσμού.
Oui, l’ignorance et la misère conduisent souvent les classes pauvres à ces effrayantes dégradations humaines et sociales. Oui, il est une foule de tanières où enfants et adultes, filles et garçons, légitimes ou bâtards, gisant pêle-mêle sur la même paillasse comme des bêtes dans la même litière, ont continuellement sous les yeux d’abominables exemples d’ivresse, de violences, de débauches et de meurtres. Oui, et trop fréquemment encore, l’inceste vient ajouter une horreur de plus à ces horreurs23.
Η μετάφραση των εκδόσεων Dugdale δεν αποσιωπά την αναφορά στην αιμομιξία σ αυτή την τελευταία φράση και ακολουθεί το κείμενο πηγή πολύ πιστά.
Yes, and yet too frequently incest adds another crowning horror to the list24.
Αντίθετα ο Σκυλίσσης στη μετάφρασή του, διαλέγει να κρύψει επιδέξια αυτή την αναφορά στην αιμομιξία. Την παραλείπει από το σώμα της μετάφρασης και την παραπέμπει σε μια υποσημείωση όπου περιορίζεται να παραθέσει το κομμένο κείμενο στην πρωτότυπη γλώσσα ασχολίαστο και αμετάφραστο, γεγονός που έρχεται σε έντονη αντίθεση με την πολύ διδακτική σε γενικές γραμμές μεταφραστική στάση του Σκυλίσση.
Αυτές οι τόσο αποκλίνουσες μεταφραστικές στρατηγικές δεν εξηγούνται παρά μόνο από την πρόθεση των μεταφραστών να ανταποκριθούν στις προσδοκίες του κοινού στο οποίο απευθύνονται. Η μετάφραση του Dugdale στοχεύει στο να ενδυναμώσει τον τολμηρό και αισθησιακό χαρακτήρα του μυθιστορήματος του Σύη προκειμένου να παράγει ένα κείμενο κατά το δυνατόν διασκεδαστικό εντάσσοντάς το στη λεγόμενη «λογοτεχνίας της φυγής» η οποία ήταν πολύ δημοφιλής στο εργατικό αναγνωστικό κοινό της δεκαετίας του 1840 στη Μεγάλη Βρετανία25. Αντιθέτως η μετάφραση του Σκυλίσση στοχεύει να νομιμοποιήσει το μυθιστόρημα του Σύη στα μάτια της αστικής τάξης η οποία αποτελεί το αποκλειστικό αναγνωστικό της κοινό και ενδιαφέρεται έντονα για ζητήματα ηθών: διαλέγει λοιπόν να καταπνίξει τις «τολμηρότητες» κάθε είδους στο κείμενο-πηγή και να παραγάγει ένα μεταφρασμένο μυθιστόρημα που θα γίνει αποδεκτό από την αστική ιδεολογία.
Μυθιστόρημα ευχάριστο, μυθιστόρημα χρήσιμο.
Ωστόσο, η αντίθεση αυτών των δύο μεταφράσεων δεν βρίσκεται μόνο σε ζητήματα ηθικής. Οι μεταφράσεις του Dugdale και του Σκυλίσση βρίσκονται σε μετωπική αντίθεση ως προς τον τρόπο που χειρίζονται την παρουσία του ξένου μέσα στο κείμενο-στόχο. Πρόκειται για ένα ζήτημα που τίθεται στην περίπτωση των Μυστηρίων των Παρισίων με ακόμα μεγαλύτερη ένταση από τη στιγμή που το μυθιστόρημα χαρακτηρίζεται από την έντονη παρουσία του τοπικού παρισινού χρώματος: ο πολύ μεγάλος αριθμός των τοπωνυμίων που χαράζουν μια γεωγραφία του Παρισιού εύκολα αναγνωρίσιμη, η προσοχή με την οποία το αστικό ντεκόρ περιγράφεται, η σημασία η οποία δίνεται στην ομιλία και στην περιγραφή της ζωής τόσο της καλής κοινωνίας όσο και των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων, ο κορεσμός των επεξηγηματικών υποσημειώσεων, όλα αυτά εξυπηρετούν στο να σχεδιαστεί ένας πίνακας της παριζιάνικης κοινωνίας που στοχεύει να δώσει μια εντύπωση αυθεντικότητας, και όλα αυτά κάνουν το μυθιστόρημα να προσεγγίζει την μορφή του πληροφοριακού ντοκουμέντου, με τον τρόπο που προσιδιάζει στο ρεπορτάζ και στην κοινωνική έρευνα26.
Στις δυο μεταφράσεις που μελετάμε αυτό το τοπικό χρώμα έχει χρησιμοποιηθεί με πολύ διαφορετικό τρόπο. Η γαλλική κουλτούρα, η ξένη για την ελληνική και βρετανική κουλτούρα, είναι αναπόφευκτα έντονα παρούσα στις δυο μεταφράσεις εξαιτίας αυτής της κεφαλαιώδους σπουδαιότητας που παίρνει το τοπικό χρώμα στην ποιητική του Σύη. Ο Σκυλίσσης, στον πρόλογο της μετάφρασής του, καταγράφει αυτή την αδυναμία να εξαφανίσει εντελώς τα σημάδια του ξένου, όπως και το γεγονός πως η έντονη παρουσία της ξένης κουλτούρας δημιουργεί ένα πρόβλημα αναγνωσιμότητας του μεταφρασμένου κειμένου. Γράφει σχετικά:
Υπάρχουν ξέναι τινές λέξεις, πολλάκις αναπόφευκτοι. Ήτον ανάγκη να εξελληνισθώσιν αντικείμενα τινα παντάπασιν αλλότρια και εις τον αρχαίον και εις τον μεταγενέστερον Έλληνα – φράσεις τινές, τας οποίας μόνος ο γαλλικός πολιτισμός ηδυνήθη να επινοήση και σχηματίση. Ταύτα, και αν εξελληνίζοντο, ήθελον άρα γε εννοείσθαι αφ’όλους εν γένει τους αναγνώστας; 27
Έτσι ούτε η μετάφραση του Dugdale ούτε η μετάφραση του Σκυλίσση δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «κακές» με την έννοια που δίνει ο Antoine Berman28, δηλαδή οι μεταφράσεις που με το πρόσχημα της μετακένωσης-οικειοποίησης του νοήματος του κειμένου-πηγή, επιχειρούν μια συστηματική άρνηση του ανοίκειου και του ξένου στο κειμένου-στόχο. Τα ίχνη της γαλλικής κουλτούρας είναι πανταχού παρόντα, αλλά σε ποικίλους βαθμούς που είναι ενδιαφέρον να μελετήσουμε.
Το παράδειγμα του «l'eau d'aff», ποτό που προτιμά ο κόσμος των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων του Παρισιού μπορεί να βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα τις στρατηγικές που αναπτύσσονται από τους μεταφραστές για να λύσουν αυτό το πρόβλημα της αναγνωσιμότητας. Η ονομασία του ποτού «l'eau d'aff» παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο εισαγωγικό κεφάλαιο των Μυστηρίων των Παρισίων και λέγεται από τον Chourineur που απευθύνεται στον La Goualeuse με τον παρακάτω τρόπο :
tu vas me payer l’eau d’aff, ou je te fais danser sans violons !29
Η ονομασία της αργκό «l’eau d’aff» ξεχωρίζει από την υπόλοιπη φράση εξαιτίας των πλάγιων γραμμάτων που σημαίνουν τις πιο πολλές φορές την ύπαρξη λέξεων ή φράσεων της αργκό. Μετά τη λέξη «l’eau d’aff» βρίσκουμε μια παραπομπή σε μια υποσημείωση που μεταφράζει τον όρο σε τρέχοντα γαλλικά « L’eau-de-vie ». Η μετάφραση της αργκό φαίνεται εκ πρώτης όψεως απλή με την έννοια ότι οι μεταφραστές δεν είναι ανάγκη να ψάξουν, τουλάχιστον στην αρχή, για ισοδύναμα στη γλώσσα τους. Για να αποδώσουν στη μετάφραση την απόλυτη ανοικείωση που δοκιμάζει κάθε γάλλος αναγνώστης απέναντι σ’αυτή την κρυπτική γλώσσα, αρκεί να διατηρήσει όπως είναι τις εκφράσεις της γαλλικής αργκό, το ίδιο κρυπτικές και για τους ξένους αναγνώστες : έτσι διατηρείται το τοπικό γαλλικό χρώμα, όπως και το πρώτο αίσθημα ακατανοησίας του αναγνώστη. Είναι ακριβώς η επιλογή των μεταφράσεων του Dugdale και του Σκυλίτση που διατηρούν στο σώμα του κειμένου τη γαλλική φράση.
Η μετάφραση του Dugdale μεταφράζει με τον παρακάτω τρόπο :
you shall stand some eau daff (eau-de-vie – brandy)30.
Η αγγλικίζουσα ορθογραφία σε δυο λέξεις του « eau d'aff » ακολουθείται από την τρέχουσα λέξη στα γαλλικά εντός παρενθέσεων όπως στο πρωτότυπο, μετά το ισοδύναμο στα τρέχοντα αγγλικά που υποτίθεται ότι δίνει στους βρετανούς αναγνώστες, διαμέσου μιας πραγματικότητας που γνωρίζουν καλύτερα, μια καλύτερη κατανόηση της γαλλικής πραγματικότητας που ήταν ενδεχόμενο να μην γνωρίζουν. Η μετάφραση του Σκυλίτση χρησιμοποιεί έναν τρόπο παρόμοιο :
θα με κεράσεις ένα άφ31.
Ο Σκυλίσσης διαλέγει να μεταγράψει τη γαλλική λέξη παραλείποντας το πρώτο συνθετικό και παραπέμποντας σε μια υποσημείωση που δίνει μαζί τη λέξη της γαλλικής αργκό (eau d’aff), το ισοδύναμο στα τρέχοντα γαλλικά (eau de vie) και το πολιτισμικό ελληνικό ισοδύναμο (ρακή). Από τη στιγμή που αυτή η αρχή της ισοδυναμίας «eau d’aff», «brandy» και «ρακή» τίθεται στην αρχή του κειμένου, ο μεταφραστής της έκδοσης Dugdale όπως και ο ίδιος ο Σκυλίσσης προτιμούν στη συνέχεια να διατηρήσουν το ισοδύναμο στο σώμα του κειμένου. και να σβήσουν την πρωτότυπη έκφραση της γαλλικής αργκό, όπως παρατηρούμε σχετικά με το «eau d’aff» του επόμενου κεφαλαίου. Παρά τη σύγκλιση των δύο μεταφράσεων σ’αυτό το σημείο όσον αφορά την πρωτοκαθεδρία που δίνουν στα πολιτισμικά ισοδύναμα όταν η λέξη της γαλλικής αργκό εισάγεται και εξηγείται, οι εκδόσεις Dugdale και Σκυλίσσης παρουσιάζουν πέραν τούτου μείζονες διαφορές στις μεταφραστικές στρατηγικές που χρησιμοποιούν για να χειριστούν την παρουσία του ξένου στο κείμενο-πηγή.
Αυτές οι διαφορές οφείλονται και στον μεταφραστικό κανόνα που ισχύει σε κάθε χώρα αλλά και στο αναγνωστικό κοινό για το οποίο προορίζεται η μετάφραση. Η μεταφραστική θέση του μεταφραστή της έκδοσης Dugdale προσδιορίζεται και από τον βρετανικό μεταφραστικό κανόνα του 19ου αιώνα που πρεσβεύει το αόρατο του μεταφραστή και παράλληλα από την αυξημένη ζήτηση όπως αναφέρθηκε του εργατικού αναγνωστικού κοινού που εμφανίζεται τη δεκαετία του 1840. Έτσι η μετάφραση των εκδόσεων Dugdale είναι ένα κείμενο όπου ο μεταφραστής περνά απαρατήρητος και δεν μιλά ποτέ με το όνομά του για να εκθέσει τα προφανή προβλήματα που αντιμετωπίζει στη δουλειά του, ή για να εξηγήσει την ειδική περίπτωση αυτού ή εκείνου του αντικειμένου της γαλλικής κουλτούρας. Ο μόνος ρόλος που αναλαμβάνει στη μετάφραση περιορίζεται στο να δώσει μέσα σε παρενθέσεις τα πολιτισμικά βρετανικά ισοδύναμα ή ίσως τις κυριολεκτικές μεταφράσεις των γαλλικών όρων που είναι κατά περίπτωση λιγότερο ή περισσότερο εύστοχες. Ποτέ ο μεταφραστής της έκδοσης Dugdale δεν αναλαμβάνει μια διδακτική στάση απέναντι στον αναγνώστη του για να του εξηγήσει με περισσότερες λεπτομέρειες την γαλλική πραγματικότητα την οποία ενδεχομένως αγνοεί. Αυτό οφείλεται από τη μια μεριά, στο γεγονός ότι η εγγύτητα ανάμεσα στις δύο χώρες όπως και οι δεσμοί που υφαίνονται μεταξύ τους κατά τη διάρκεια της ιστορίας έχουν επιτρέψει στον γαλλικό και αγγλικό πληθυσμό να γνωριστούν εκατέρωθεν, πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει στην περίπτωση της Γαλλίας και της Ελλάδας. Αλλά από την άλλη μεριά, αυτή η άρνηση του μεταφραστή να επιδοθεί σε μια εγκυκλοπαιδική εργασία που θα αφορούσε τον γαλλικό πολιτισμό, οφείλεται χωρίς αμφιβολία περισσότερο στην προτεραιότητα που δίνεται στην αφήγηση, στην διασκεδαστική ιστορία, παρά στις κοινωνιολογικές υποσημειώσεις που περιλαμβάνονται στο πρωτότυπο και τις σημειώσεις του μεταφραστή που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τον αναγνώστη να καταλάβει καλύτερα μερικές πτυχές της γαλλικής κουλτούρας. Έτσι η απουσία υποσημειώσεων στην έκδοση Dugdale δεν είναι μόνο μια στρατηγική για να μειωθεί το κόστος της εκτύπωσης, αλλά περισσότερο μια εκδοτική και μεταφραστική επιλογή που στοχεύει στη ελαχιστοποίηση του πληροφοριακού χαρακτήρα του μυθιστορήματος του Σύη, της διάστασής του ως κοινωνικής έρευνας, προς όφελος του διασκεδαστικού χαρακτήρα του.
Η μεταφραστική θέση του Σκυλίσση είναι το ακριβώς αντίθετο αυτής που μόλις αναφέραμε. Ο μεταφραστής είναι πανταχού παρών στο μεταφρασμένο κείμενο είτε πρόκειται για τον πρόλογο του βιβλίου ή για τις πολυάριθμες σημειώσεις του μεταφραστή που διατρέχουν το κείμενο. Δεν διστάζει ποτέ να πάρει το λόγο με το όνομά του και να εκθέσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στη μετάφραση, ούτε επιπλέον να κάνει αναφορά σε άλλες μεταφράσεις που συμβουλεύεται επιπλέον του πρωτότυπου, ιδιαίτερα μια ιταλική μετάφραση. Εκτός από το να μας επιτρέπει την είσοδο στο ατελιέ του μεταφραστή με τα συχνά σχόλια πάνω στην εργασία του, ο Σκυλίσσης πραγματοποιεί επίσης προκαταρκτικές εγκυκλοπαιδικές έρευνες για την επεξεργασία της μετάφρασής του. Στον πρόλογο του, εκτός από τον κατάλογο των χρησιμοποιούμενων για τη μετάφραση λεξικών, αναφέρει τρία άλλα έργα με χαρακτήρα λιγότερο γλωσσολογικό και περισσότερο εγκυκλοπαιδικό : θα χρησιμοποιούσε «έν λεξικόν των δημοσίων οικοδομών και τόπων των Παρισίων» και «έν άλλο των πολιτικών λέξεων» καθώς επίσης και το « Dictionnaire Encyclopédique Usuel de Saint-Laurent »32. Αυτά τα εγχειρίδια θα του χρησιμεύσουν να γράψει πολύαριθμες σημειώσεις του μεταφραστή που εξηγούν στους έλληνες αναγνώστες την γαλλική πραγματικότητα. Για παράδειγμα το «λεξικόν των δημοσίων οικοδομών και τόπων των Παρισίων», προφανώς του χρησίμευσε να πραγματοποιήσει πολύ μεγάλο αριθμό επεξηγηματικών σημειώσεων της παρισινής τοπογραφίας. Αλλά, πέρα από αυτές τις εξηγήσεις πάνω στην παρισινή και πιο γενικά την γαλλική γεωγραφία, ο Σκυλίσσης επιδεικνύει εξίσου μεγάλη φροντίδα για το ξεκαθάρισμα και της παραμικρής πολιτισμικής ιδιαιτερότητας που θα μπορούσε να αποβεί εμπόδιο στην αναγνωσιμότητα του κειμένου, συμπεριλαμβανομένων και των πιο ανεκδοτολογικών ιδιαιτεροτήτων:
Εις Παρισίους, καθώς και αλλαχού της Γαλλίας, πας ευρύχωρος οίκος, κατοικούμενος μάλιστα υπό πολλών, έχει εις την αυλήν, πλησίον η αντίκρυ της θύρας, εν οικημάτιον όπου διατρίβει θυρωρός τις, μετά της οικογενείας του πολλάκις. Οι θυρωροί ούτοι μετέρχονται οιονδήποτε ποταπόν επιτήδευμα, υφ’ου πορίζονται τα προς το ζήν33.
Γνωστόν, ότι εις την Ευρώπην μεταχειρίζονται επί των Θυρών αντί κροτάλων κώδωνας, ως επί το πλείστον34.
Έτσι λοιπόν η μετάφραση Σκυλίσση αντίθετα με αυτήν της έκδοσης Dugdale δίνει μια κεφαλαιώδη σημασία στην ανασύσταση της γαλλικής κουλτούρας στο εσωτερικό του μεταφρασμένου κειμένου και στην σαφήνεια του. Ενισχύοντας την «εγκυκλοπαιδική», πληροφοριακή πλευρά του κειμένου του Σύη με τις αμέτρητες σημειώσεις του μεταφραστή, ο Σκυλίσσης σκοπεύει να παράγει κατά έναν τρόπο ένα μυθιστόρημα χρήσιμο που θα πρόσφερε μια καλύτερη γνώση των γαλλικών ηθών στους αναγνώστες του, δηλαδή στην ελληνική αστική τάξη της οποίας η μανία να ακολουθεί την ευρωπαϊκή μόδα αποτελεί έναν κοινό τόπο στην ελληνική σάτιρα του 19ου αιώνα35. Τα Μυστήρια των Παρισίων του Σκυλίτση αποτελούν έτσι κατά κάποιο τρόπο τόσο ένα μυθιστόρημα ηθών όσο και ένα εγχειρίδιο ευρωπαϊκού και γαλλικού πολιτισμού προορισμένο για τις εύπορες τάξεις στην Ελλάδα. Αυτός ο ορίζοντας ενός αστικού κοινού γίνεται εξάλλου εύκολα αντιληπτός από την σημασία που παίρνουν για παράδειγμα σ αυτήν την μετάφραση δύο κεφάλαια τα οποία στο μυθιστόρημα του Σύη είναι σαφώς δευτερεύοντα στην αφηγηματική οικονομία: πρόκειται για τα κεφάλαια δεκαπέντε και δεκαέξι του δεύτερου μέρους, με τίτλο «Le Bal» και «Le Jardin d’Hiver» τα οποία στη μετάφραση του Σκυλίτση αποτελούν ένα ενιαίο κεφάλαιο. Σ’αυτό το κεφάλαιο στο οποίο περιγράφει μια κοσμική δεξίωση στην κοινωνία των Μεγάλων, βρισκόμαστε σε έναν παρακειμενικό πληθωρισμό άνευ προηγουμένου. Ο μεταφραστής για να προκαλέσει «διπλήν τέρψιν πρός τους όσοι των αναγνωστών μας είναι εγκρατείς της Γαλλικής36» διαλέγει να δώσει για παράδειγμα σε μια υποσημείωση που είναι η πιο μακροσκελής του βιβλίου και καταλαμβάνει μισή σελίδα, την ανταλλαγή φιλοφρονήσεων ανάμεσα στον Ροδόλφο και στην κυρία Πρέσβειρα της Γαλλίας: εάν η αργκό ήταν για τον Σκυλίσση ένα αντικείμενο τρόμου, η επιτήδευση της κοσμικής γλώσσας γίνεται πηγή ευχαρίστησης που μοιράζεται με τον αναγνώστη. Το ίδιο, πιο κάτω στο κείμενο, κάθε λουλούδι που στολίζει τον κήπο του χειμώνα έχει δικαίωμα σε μια επεξηγηματική υποσημείωση που μοιάζει συχνά με μια σημείωση Βοτανικής37 : αυτό το κεφάλαιο της μετάφρασης του Σύη βρίσκεται με τέτοιο τρόπο μετασχηματισμένο από τη μετάφραση ώστε να παίρνει τη μορφή ενός είδους εγχειριδίου κηπουρικής με προορισμό μια αστική τάξη η οποία ήθελε να μιμηθεί την ευρωπαϊκή μόδα του 19ου αιώνα για την κηπουρική και πιο συγκεκριμένα για εξωτικούς κήπους και εδώ, στην περίπτωσή μας, για ένα κήπο «αντάξιο των Χιλίων και μιας Νυχτών».
Για να ανακεφαλαιώσουμε, είναι καθαρό, από αυτή την συγκριτική μελέτη των μεταφράσεων, ότι οι ξένοι αναγνώστες των Μυστηρίων των Παρισίων δεν έχουν όλοι την ίδια εμπειρία ανάγνωσης. Αυτή η διαφορά δεν οφείλεται όπως θα μπορούσαμε να πιστέψουμε μόνο στις κοινωνιο-ιστορικές, πολιτιστικές και γλωσσολογικές διαφορές μεταξύ των δύο χωρών, αλλά οφείλεται εξίσου στους τύπους του αναγνωστικού κοινού στο οποίο στοχεύουν οι αντίστοιχοι εκδότες των μυθιστορημάτων του Σύη στο εξωτερικό, οι οποίοι προσδιορίζουν και τις μεταφραστικές στρατηγικές. Συμπερασματικά, εάν οι μεταφράσεις του Dugdale και του Σκυλίτση μοιάζουν να παίρνουν μονοπάτια τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, είναι γιατί κατά μια έννοια, υπακούουν ο καθένας σε δυο αρχές ριζικά διαφορετικές : η πρώτη δίνει προτεραιότητα στο διασκεδαστικό, στο ευχάριστο για να αντασποκριθεί στις προσδοκίες ενός λαϊκού κοινού που αγαπά τη «λογοτεχνία της φυγής», ενώ η δεύτερη έχει σκοπό να παρουσιάσει στους αστούς αναγνώστες ένα μυθιστόρημα χρήσιμο όχι μόνο για τη διαμόρφωση των ηθών αλλά εξίσου και για τη γνωριμία με τον δυτικό κόσμο.
Filippos Katsanos :
Réceptions croisées : les enjeux de la traduction des Mystères de Paris en Grande-Bretagne et en Grèce στο http://www.medias19.org/index.php?id=17191
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 βλ. Edmond Cary, Les Grands traducteurs français, Genève : Georg, 1963, σ. 21.
2 Η έκφραση είναι του Sainte-Beuve και βρίσκεται στο άρθρο « De la littérature industrielle » δημοσιευμένο στη Revue des Deux Mondes, την 1η Σεπτεμβρίου του 1839.
3 βλ. τις αναλύσεις γραμμάτων αναγνωστών του Σύη που έγιναν από την Judith Lyon-Caen στο La Lecture et la Vie : Les usages du roman au temps de Balzac, Tallandier, 2006.
4 Οι καινούργιες τεχνικές έκδοσης για παράδειγμα που οδήγησαν στη μείωση του κόστους έκδοσης και στην προσέλκυση νέου λαϊκού αναγνωστικού κοινού και συνεπώς στην άνθηση μιας λαϊκής λογοτεχνίας τον 19ο αιώνα στη δυτική Ευρώπη, καθυστέρησαν να έρθουν στην Ελλάδα. Η εμφάνιση ενός μυθιστορήματος που διαβάστηκε μαζικά από τις λαϊκές τάξεις στην Ελλάδα τοποθετείται στις αρχές του 20ου αιώνα με τη μορφή του «ληστρικού μυθιστορήματος», βλέπε : Χρήστος Α. Δερμεντζόπουλος, Το ληστρικό μυθιστόρημα στην Ελλάδα : Μύθοι-Παραστασεις-Ιδεολογία, Λαϊκός Πολιτισμός/Τοπικές Κοινωνίες, Πλέθρον, 1997.
5 Για παράδειγμα, η πλούσια έκδοση σε τρεις τόμους (triple decker) των Μυστηρίων των Παρισίων από τον λονδρέζο εκδότη Chapman And Hall στα 1845-6 δεν απευθύνεται στο ίδιο φτωχό κοινό (penny dreadful) στο οποίο απευθύνεται η έκδοση του William Dugdale στα 1844.
6 George W. M. Reynolds, The Mysteries of London, Foreword by Louis James, Annotated by Dick Collins, Chapter CIV. Female courage, volume I, Valancourt books, Kansas City, 2013, σ. 891.
7 Venuti Lawrence, The Translator's Invisibility : A History of Translation, London and New York : Routledge, 2008, σ. 1
8 βλ. Berry Palmer Chevasco, Mysterymania : The Reception of Eugène Sue in Britain 1838-1860, European Connections, Peter Lang, 2003, σ. 71.
9 “WILLIAM DUGDALE, one of the most prolific publishers of filthy books, was born at Stockport in 1800 ; he was implicated in 1819 in the Cato Street conspiracy, together with Thistlewood and others ; was repeatedly imprisoned, and for the last time in 1868 ; he died in the House of Correction, Nov. 11 of that year. He carried on business at 23, Russel Court, Drury Lane, at 3. Wych Street, at 5, at 16, and at 37, Holywell Street, and at 44, Wych Street, under the names of Turner, Smith, Young, and Brown”, Henry Spencer Ashbee, Bibliography of Forbidden Books, vol. 1/3, 1877, σ. 127.
10Οι ακριβείς ημερομηνίες της περιοδικής δημοσίευσης των Μυστηρίων των Παρισίων με τη μορφή του συμπληρώματος της σμυρναίικης εφημερίδας Αμάλθεια δεν μας είναι γνωστές λόγω έλλειψης των πρωτογενών πηγών. Ωστόσο η ύπαρξη αυτής της περιοδικής δημοσίευσης αναφέρεται από τον ίδιο τον Σκυλίσση στον πρόλογο του 1ου τόμου της μετάφρασής του, καθώς και από τον ανταγωνιστή μεταφραστή της επιθεώρησης Άστρο της Ανατολής ο οποίος αντιδρά με πολεμική στην διαφημιστική καμπάνια της εφημερίδας Αμάλθεια υπέρ αυτής της καινούργιας σμυρναίικης μετάφρασης που είχε το προνόμιο να βασιστεί σε μια καινούργια εκδοχή του κειμένου, διορθωμένη και αναθεωρημένη από τον συγγραφέα βλέπε: « ὙΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟΝ. Τὰ Μυστήρια τῆς Σμύρνης », Παρισίων Απόκρυφα ή Άστρον της Ανατολής, 10, février 1845, p. 7, et Παναγιώτης Μουλλάς, Ο χώρος του εφήμερου. Στοιχεία για την παραλογοτεχνία του 19ου αιώνα, εκδ. Σοκόλη, 2007, pp. 97-104.
11 Après cette édition en deux volumes, la traduction de Skylissis sera régulièrement rééditée sous la forme de dix livraisons. Nous avons repéré les traces de sept rééditions de la traduction Skylissis (deux à Constantinople, une Smyrne et quatre à Athènes). L’une de ces rééditions, celle de 1896 par l’éditeur athénien Ιωάννης Νικολαϊδης, une édition illustrée.
12 Pour une biographie critique de Skylissis, voir : Alexis Politis, « Η Αγάπη Για Την Ποίηση Και Οι Αναγκατσικές Μεταφράσεις Πεζογραφίας. Ο Ιωάννης Ισιδορίδης Σκυλίσσης Αυτοβιογραφείται », in Πολυφωνία. Φιλολογικά μελετήματα αφιερωμένα στον Σ. Ν. Φιλιππίδη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2009, σ. 50-103.
13 Berry Palmer Chevasco, ibidem, σ. 84 : “Dugdale’s version of Sue’s novel was targeted at his usual audience of the newly literate. When not actually using the underworld argot for which the book became noted, the original language of Les Mystères de Paris maintained a certain formality and elegance of phrase. Sue’s initial audience for the novel had been the readers of an eloquent bourgeois journal. Dugdale’s rendition reflected none of Sue’s own typically refined prose. The language used for this English edition was much more colloquial and conversational”.
14 « Άν την ιδέαν και τας δυνάμεις μας εστεφάνωσεν επιτυχία τις, μαρτυρεί τούτο η πληθύς οκτακοσίων περίπου συνδρομητών, αναβάντων εις τον αριθμόν αυτόν καθόσον προέβαινεν η περιοδική έκδοσης », Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 4.
15 βλ. Henri Tonnet, Histoire du grec moderne, « Langues & Mondes », L'Asiathèque, 2003, σ. 205-249
16 παρατίθεται στο Berry Palmer Chevasco, ibid., σ. 75 : “a gross, detestable, raw-head-and-bloody-bones caricature [...] unworthy of an artist” ; “a guilty sympathy pour villany”.
17 Η Αναμόρφωσις, 32, 1η Αυγούστου 1844. παρατίθεται στον πρόλογο του 1ου τόμου της μετάφρασης Σκυλίσση σ. III.
18 βλ. Γράμμα του Σκυλίσση στον Θεόφιλο Καϊρη που παρατίθεται στο : Μαριέττα Σέρβου, « Ανήσυχοι Και Νέοι Γύρω Στα 1845 » in Οι χρόνοι της Ιστορίας για μια ιστορία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα, σ. 233-252
19 «Πρόλογος του Μεταφραστού», στο Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. V.
20 Eugène Sue, Les Mystères de Paris, Bouquins, Robert Laffont, 1989, σ. 59.
21 Eugene Sue, The Mysteries of Paris, London : William Dugdale, 1844, σ. 18.
22 Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 28.
23 Eugène Sue, Les Mystères de Paris, Bouquins, Robert Laffont, 1989, σ. 635.
24 Eugene Sue, The Mysteries of Paris, London: William Dugdale, 1844, σ. 304.
25 Για το θέμα αυτό βλέπε : Louis James, Fiction for the working man 1830-1850, Harmondsworth : Penguin, second edition, 1973.
26 Βλέπε : Judith Lyon-Caen, « Enquêtes, littérature et savoir dans le monde social en France dans les années 1840 », Revue d'Histoire des Sciences Humaines, 17, 2007, σ. 99-118.
27 «Πρόλογος του Μεταφραστού», Παρισίων Ἀπόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. IV.
28 βλ. Antoine Berman, L’épreuve de l’étranger. Culture et traduction dans l’Allemagne romantique, Tel, Gallimard, 1984, σ. 17.
29 Eugène Sue, Les Mystères de Paris, Bouquins, Robert Laffont, 1989, σ. 33.
30 Eugene Sue, The Mysteries of Paris, London: William Dugdale, 1844, σ. 4.
31 Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, p. 2.
32 «Πρόλογος του Μεταφραστού», Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. IV.
33 Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 178.
34 Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 201.
35 Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της σάτιρας της ελληνικής αστικής τάξης που αναζητούσε με κάθε τρόπο να μιμηθεί τις ευρωπαϊκές μόδες είναι το μυθιστόρημα του Ιάκωβου Πιτσιπιού Ο πίθηκος Ξούθ ἤ τα ἤθη του αἰώνος που δημοσιεύτηκε το 1848.
36 « Ίσως προξενούμεν διπλήν τέρψιν πρός τους όσοι των αναγνωστών μας είναι εγκρατείς της Γαλλικής, προσθέτοντες ενταύθα εις τπ πρωτότυπον του όλον αυτό το τεμάχιον φιλοφρονήσεων. Σ.τ.Μ. », Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 229.
37 Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 231-2.
Οι εκδόσεις και το κοινό τους
Η βρετανική μετάφραση των Μυστηρίων των Παρισίων που θα αναλύσουμε εδώ είναι αυτή που δημοσιεύτηκε το 1844 από τον William Dugdale ο οποίος διέμενε στον αριθμό 16 του Holywell Street, ενός δρόμου του οποίου η ιστορία περιγράφεται εν εκτάσει στα Μυστήρια του Λονδίνου του Reynolds :
Η οδός Holywell άλλοτε ήταν γνωστή μοναχά για τις αγορές μεταχειρισμένων ρούχων και τους βιβλιοπώλες που εμπορεύονταν άσεμνα βιβλία και έντυπα. Ως εκ τούτου η φήμη που είχε δεν ήταν καθόλου καλή6.
Αυτή η μετάφραση δεν αναφέρει το όνομα του μεταφραστή σύμφωνα με τον μεταφραστικό βρετανικό κανόνα που ίσχυε από την εποχή του Dryden και ο οποίος σχολιάζεται από τον Lawrence Venuti με τον παρακάτω τρόπο:
Ένα μεταφρασμένο κείμενο, είτε πρόκειται για πεζό είτε πρόκειται για ποίηση, μυθοπλασίας ή όχι γίνεται αποδεκτό από τους περισσότερους εκδότες, κριτικούς ή αναγνώστες όταν είναι εύκολα αναγνώσιμο, όταν η απουσία κάθε υφολογικής ή γλωσσολογικής ιδιομορφίας δίνει μια εντύπωση διαφάνειας, ή την ψευδαίσθηση ότι η μετάφραση καθρεφτίζει την προσωπικότητα του ξένου συγγραφέα, ή την πρόθεσή του, ή την κύρια αίσθηση του ξένου κειμένου- με άλλα λόγια την ψευδαίσθηση ότι η μετάφραση δεν είναι στην πραγματικότητα μετάφραση, αλλά πρόκειται για πρωτότυπο7.
Με το να μην εμφανίζεται το όνομα του μεταφραστή στο έργο, το αγγλικό αναγνωστικό κοινό συσχέτισε το μυθιστόρημα του Σύη με το όνομα του εκδότη William Dugdale, του οποίου η κακή φήμη έβλαψε το σημαντικότερο έργο του Ευγένιου Σύη8. Γιατί εκτός από το να είναι "ένας από τους πιο παραγωγικούς εκδότες βρώμικων βιβλίων", ο Dugdale κινούνταν επίσης στο ταραχώδες περιβάλλον των ριζοσπαστών και επιπλέον είχε συμμετάσχει στη συνομωσία της Cato Street, σύμφωνα με τις βιογραφικές πληροφορίες που δίνει ο Ashbee, στο παράνομο έργο του Βιβλιογραφία των απαγορευμένων βιβλίων9. Με αυτό τον τρόπο Τα Μυστήρια των Παρισίων είναι, με την άφιξή τους στη Μεγάλη Βρετανία, συνδεδεμένα, μέσω του εκδότη αυτού, όχι μόνο με την υποψία της ανηθικότητας, αλλά και με μια πολιτική ιδεολογία αλλαγών, την ώρα που ο σοσιαλισμός του Σύη προκαλεί φιλονικίες στη Γαλλία.
Στην Ελλάδα, η μόνη ολοκληρωμένη μετάφραση των Μυστηρίων των Παρισίων, η οποία θα επανεκδίδεται συχνά μέχρι το τέλος του αιώνα σε όλες τις μεγάλες πόλεις όπου έχει δημιουργηθεί αναγνωστικό κοινό μυθιστορημάτων (Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη και Αθήνα) είναι έργο του Ιωάννη Σκυλίτση, ενός νέου μεταφραστή και δημοσιογράφου από τη Σμύρνη προοριζόμενου για μια λαμπρή καριέρα. Αυτή η μετάφραση δημοσιεύθηκε στην αρχή ως παράρτημα στην εφημερίδα της Σμύρνης Αμάλθεια10, πριν επανατυπωθεί το 1845 σε μια δίτομη έκδοση από το «Τυπογραφείο των Μυστηρίων των Παρισίων»11 : πρόκειται για ένα τυπογραφείο που ιδρύθηκε το 1844 το οποίο ήταν η πραγματοποίηση του μεγάλου ονείρου του Σκυλίτση για ένα μοντέρνο τυπογραφείο, στα πρότυπα εκείνων που είχε επισκεφθεί στο Παρίσι κατά τη διάρκεια του ευρωπαϊκής του περιήγησης που άρχισε το 1842. Έτσι αντίθετα από την αγγλική μετάφραση που τοποθετούσε τα Μυστήρια των Παρισίων κατευθείαν στο περιθώριο της «νόμιμης λογοτεχνίας» εξαιτίας των εκδοτικών δραστηριοτήτων του William Dugdale, η ελληνική μετάφραση μπορούσε να γίνει δεκτή από το κοινό χωρίς τη μεσολάβηση αρνητικών προκαταλήψεων, γιατί το «Τυπογραφείο των Μυστηρίων των Παρισίων» όχι μόνο δεν είχε ακόμα εκδοτικό παρελθόν, αλλά ο μεταφραστής του μυθιστορήματος ήταν επίσης γνωστός από τις μεταφράσεις των πιο υψηλών λογοτεχνικών έργων: είχε ήδη πρώιμα μεταφράσει, το 1834 σε ηλικία 15 ετών τη Θηβαϊδα του Ρακίνα, έπειτα το 1841 το Θάνατο του Σωκράτη του Λαμαρτίνου πριν να εμφανιστεί η μετάφρασή του των Μυστηρίων των Παρισίων στα 184512.
Εάν λοιπόν επί του παρόντος ενδιαφερόμαστε για το αναγνωστικό κοινό στο οποίο απευθύνονται αυτές οι δύο μεταφράσεις, η διαφορά τους είναι πιο έντονη. Η έκδοση Dugdale, εικονογραφημένη με δεκαέξι ξυλογραφίες, είναι μια έκδοση σε χαρτί μέτριας ποιότητας και μικρών διαστάσεων, τυπωμένη με μια μικροσκοπική γραμματοσειρά και τόσο πυκνή ώστε το σύνολο του μυθιστορήματος δεν καταλαμβάνει παρά μόνο 595 σελίδες.
Οι υποσημειώσεις, πολύ συχνές στο πρωτότυπο, απουσιάζουν από αυτή την έκδοση η οποία επιλέγει να τις ενσωματώσει στην αφήγηση, ή να τις αγνοήσει τελείως. Αυτή η μετάφραση πουλήθηκε σε 38 φυλλάδες και απευθυνόταν σε ένα φτωχό κοινό, κυρίως εργάτες όπως μαρτυρεί εξάλλου και η δουλειά του ανώνυμου μεταφραστή που απλοποιεί την σύνταξη του Σύη όταν αυτή γίνεται βασανιστικά περίπλοκη13. Όσον αφορά την έκδοση Σκυλίσση αυτή απευθύνεται σε ένα αναγνωστικό κοινό τελείως διαφορετικό. Αυτή η έκδοση σε δύο τόμους εξακοσίων σελίδων ο καθένας, δεν είναι εικονογραφημένη, αλλά περιέχει τυπογραφικά στολίσματα (βινιέττες) στην αρχή και στο τέλος των κεφαλαίων. Βρίσκουμε επίσης έναν πρόλογο του μεταφραστή και πλήθος υποσημειώσεων που περιέχουν όχι μόνο τις σημειώσεις του συγγραφέα αλλά επίσης και πολυάριθμες υποσημειώσεις του μεταφραστή. Η έκδοση αυτή πουλήθηκε με συνδρομή και ο αριθμός των συνδρομητών ξεπέρασε τους οκτακόσιους κατά τη διάρκεια της περιοδικής της έκδοσης, σύμφωνα με τον αριθμό που έδωσε ο Σκυλίσσης στον πρόλογό του14. Μπορούμε εύκολα να συμπεράνουνε το είδος του κοινού στον οποίο στόχευε αυτή η έκδοση από την επιλογή της γλώσσας της μετάφρασης: ο Σκυλίσσης διάλεξε να μεταφράσει το μυθιστόρημα του Σύη, τουλάχιστον στο αφηγηματικό του μέρος, στη γλώσσα που κυριαρχούσε στην αφήγηση του ελληνικού 19ου αιώνα, στην καθαρεύουσα, μια αρχαϊστική αποκατάσταση της ελληνικής, που γράφονταν και μιλιούνταν μόνο από τους λογίους και την αστική τάξη15.
Ωστόσο αυτή η διαφορά ανάμεσα στο αναγνωστικό κοινό του Dugdale και του Σκυλίσση δεν υπαγορεύει μόνο στους μεταφραστές την επιλογή του επιπέδου της χρησιμοποιούμενης γλώσσας, και η διαφορά ανάμεσα στα δυο κείμενα δεν βρίσκεται αποκλειστικά σε μια απλοποίηση της σύνταξης στη μια και σε μια πιο σύνθετη σύνταξη στην άλλη : ο ορίζοντας προσδοκίας του αναγνώστη των μεταφράσεων θα εισαγάγει επίσης στρεβλώσεις στο γράμμα του κειμένου με τρόπο ώστε να προσαρμοστεί στις απαιτήσεις και την δεκτικότητα των δύο κοινών στα οποία απευθύνονται.
Μυθιστόρημα "τολμηρό", μυθιστόρημα "ηθικό"
Γι αυτό το λόγο δεν πρέπει να ξεγελαστούμε από την αντίληψη ότι η μετάφραση είναι μια πιστή αντανάκλαση του πρωτοτύπου όπως μας αφήνει να πιστέψουμε το σχόλιο που είναι γραμμένο στην σελίδα τίτλου της έκδοσης Dugdale : « Faithfully translated form the original French ». Είναι λοιπόν κεφαλαιώδες να προβούμε σε μια υποψιασμένη ανάγνωση των μεταφράσεων, να τις αντιπαραβάλλουμε με το πρωτότυπο τους έχοντας πάντοτε υπόψη μας ότι αυτό το πρωτότυπο δεν είναι ακριβώς το ίδιο στις δύο αυτές περιπτώσεις : το κείμενο πηγή της έκδοσης Dugdale είναι η πρώτη έκδοση του κειμένου όπως αυτή είχε εμφανιστεί στην Journal des débats, ενώ το κείμενο-πηγή στη μετάφραση Σκυλίσση βασίστηκε στην καινούρια έκδοση του κειμένου, αναθεωρημένη και διορθωμένη από τον συγγραφέα, όπως δημοσιεύτηκε από τον παρισινό εκδότη Gosselin στα 1843, μετά την δημοσίευσή του σε συνέχειες στην εφημερίδα,.
Η εμφάνιση των πρώτων μεταφράσεων των Μυστηρίων των Παρισίων στη Μεγάλη Βρετανία όπως και στην Ελλάδα γίνονται μέσα σε ένα κλίμα περιφρόνησης για την λαϊκή μυθοπλασία που βρισκόταν σε πλήρη άνθηση εκείνη την εποχή, διότι διέφθειρε τα χρηστά ήθη. Ο Thackeray σε ένα άρθρο που εμφανίζεται τον Απρίλιο του 1843 αξιολογούσε τα Μυστήρια των Παρισίων ως «μια βδελυρή και χοντροκομμένη καρικατούρα, από τις πιο ωμές και πιο αιματηρές […] ανάξια ενός καλλιτέχνη» και εφιστούσε την προσοχή στον ενδεχόμενο κίνδυνο ανάγνωσης αυτού του μυθιστορήματος που θα προκαλούσε "μια ένοχη συμπάθεια για τους εγκληματίες16". Στην Ελλάδα η πρόσληψη του μυθιστορήματος είναι παρόμοια, αλλά το σχήμα δεν είναι ακριβώς το ίδιο. Στη δεκαετία του 1840 η Ελλάδα δεν έχει μπει ακόμα στην «βιομηχανική λογοτεχνία» η οποία απευθυνόταν σε ένα αναγνωστικό κοινό πέρα από τις εύπορες τάξεις. Το είδος του μυθιστορήματος είναι εκείνη την εποχή συνδεδεμένο με τη μετάφραση και πιο συγκεκριμένα με την κυρίαρχη μεταφρασμένη λογοτεχνία που δεν είναι άλλη από τη γαλλική : είναι αυτά τα μεταφρασμένα γαλλικά μυθιστορήματα μεταξύ των οποίων και τα Μυστήρια των Παρισίων που γίνονται αντικείμενο κριτικής και τα οποία κατηγορούνται τόσο για τη μεγάλη τους ελαφρότητα, όσο και για τον αμοραλισμό τους. Ο έλληνας μεταφραστής Σκυλίσσης είναι υποψιασμένος για τις κριτικές στις οποίες θα εκτεθεί η μετάφρασή του. Αναφέρει μάλιστα και μια στην εισαγωγή του, μια κριτική δημοσιευμένη σε μια αθηναϊκή εφημερίδα τον Αύγουστο του 1844:
Ὁ Κ. Ι. Ι. Σκυλίσσης ἐκδίδει μετάφρασιν τοῦ Mystères de Paris· Ἀπόκρυφα Παρισίων. Τὸ ἔργον εἶναι τολμηρόν· ἡ ἑλληνική γλῶσσα ὠκεανὸς, ἀλλὰ ποῖος κάλαμος δύναται νὰ περιγράψη τὰς πολυχρόους ἐκείνας ζωγραφίας τῶν ὑποχθονίων Παρισιανῶν σκηνῶν ; - Τί ὠφελεῖ πρὸς τούτοις νὰ καταδείξωμεν εἰς Ἔλληνας ἀναγνώστας τόσα ἐγκλήματα, τόσους διαλόγους κακούργων, τὰ ὀποῖα ἡ φαντασία τοῦ Κ. E. Süe, ἐκ μικρᾶς ἀληθείας ὁρμωμένη, ἐπλαστούργησε και ἐμεγαλοποίησε17 ;
Αυτή η κριτική αναπτύσσεται γύρω από τη ρητορική ερώτηση «προς τι» το έργον και κατηγορεί το έργο του Σύη ως έργο άχρηστο, δηλαδή αποκλειστικά διασκεδαστικό : η μετάφρασή του δεν έχει τίποτα να προσφέρει, σύμφωνα με τον κριτικό, στον έλληνα αναγνώστη. Ο Σκυλίσσης ωστόσο κάνει χρήση αυτής της κριτικής για να την ανασκευάσει, επιχειρηματολογώντας εκ του αντιθέτου για να υποστηρίξει τη χρησιμότητα του μυθιστορήματος : πρόκειται όχι μόνο περί ενός έργου ηθικού, περί ενός «εὐαγγελίου φιλανθρωπίας, θεοσεβείας18», αλλά εξίσου για ένα έργο χρήσιμο στον αναγνώστη γιατί «εδώ αποκτά τις και την εμπειρίαν του κόσμου19». Σ’αυτή τη διπλή κατάφαση της ηθικότητας του έργου και της χρησιμότητας της μυθοπλασίας του Σύη βρίσκεται ακριβώς όλη αυτή η μεταφραστική προσπάθεια του Σκυλίσση η οποία είναι στους αντίποδες της προσπάθειας του μεταφραστή των εκδόσεων Dugdale όπως θα δούμε παρακάτω.
Το παράδειγμα του πορτραίτου της Φλερ ντε Μαρί που διαγράφεται από την ίδια την ηρωίδα στο εσωτερικό ενός διαλόγου είναι από αυτή την άποψη πολύ εύγλωττο. Το κείμενο του Σύη αναφέρεται στην πορνεία με τρόπο πολύ διακριτικό και λεπτό:
Honnête ! Mon Dieu ! Et avec quoi donc veux-tu que je sois honnête ? Les habits que je porte appartiennent à l’ogresse ; je lui dois pour mon garni et pour ma nourriture... je ne puis pas bouger d’ici... elle me ferait arrêter comme voleuse... Je lui appartiens... Il faut que je m’acquitte...20
Αυτή η τελευταία φράση υπονοεί με τρόπο πολύ υπαινικτικό, χάρις στα αποσιωπητικά και στο μετρημένο λεξιλόγιο, την εξαναγκασμένη εκπόρνευση της Φλερ ντε Μαρί. Στη μετάφραση του Dugdale αυτή η ίδια φράση γίνεται πολύ πιο επεξηγηματική και μονοσήμαντη.
I cannot stir from here- she would have me taken up as a thief – I belong to her. I MUST PAY HER WITH MYSELF21 !
Τα αποσιωπητικά εξαφανίζονται, η φράση ολόκληρη είναι με κεφαλαία γράμματα και ο τρόπος για να απαλλαγεί από το χρέος δεν είναι πια υπονοούμενος αλλά άμεσα δηλούμενος: το αντίτιμο είναι βέβαια ίδιο το σώμα της Φλερ ντε Μαρί. Αντιθέτως η ελληνική μετάφραση διατηρεί τη διακριτικότητα του Σύη ακόμα και αν η επιλογή είναι πιο κοντινή σ’αυτήν του Dugdale. Κι αυτό το επιτυγχάνει με την προσθήκη στο τέλος της φράσης ενός συντάγματος του οποίου η λειτουργία είναι ακριβώς να ανοίξει το νόημα σε πολλαπλές ερμηνείες:
Πρέπει να πληρωθή από τον εαυτό μου όπως ημπορή...22
Ένα άλλο χωρίο που δείχνει αυτή την διαφορά ανάμεσα στις δυο μεταφράσεις από τις οποίες η μία απαλύνει την αναπαράσταση της άσεμνης σεξουαλικότητας και η άλλη την παρουσιάζει με τρόπο άμεσο και μερικές φορές ωμό, είναι μια παράγραφος του Σύη που αναφέρεται στην αιμομιξία που παρατηρείται στους κόλπους του φτωχού πληθυσμού.
Oui, l’ignorance et la misère conduisent souvent les classes pauvres à ces effrayantes dégradations humaines et sociales. Oui, il est une foule de tanières où enfants et adultes, filles et garçons, légitimes ou bâtards, gisant pêle-mêle sur la même paillasse comme des bêtes dans la même litière, ont continuellement sous les yeux d’abominables exemples d’ivresse, de violences, de débauches et de meurtres. Oui, et trop fréquemment encore, l’inceste vient ajouter une horreur de plus à ces horreurs23.
Η μετάφραση των εκδόσεων Dugdale δεν αποσιωπά την αναφορά στην αιμομιξία σ αυτή την τελευταία φράση και ακολουθεί το κείμενο πηγή πολύ πιστά.
Yes, and yet too frequently incest adds another crowning horror to the list24.
Αντίθετα ο Σκυλίσσης στη μετάφρασή του, διαλέγει να κρύψει επιδέξια αυτή την αναφορά στην αιμομιξία. Την παραλείπει από το σώμα της μετάφρασης και την παραπέμπει σε μια υποσημείωση όπου περιορίζεται να παραθέσει το κομμένο κείμενο στην πρωτότυπη γλώσσα ασχολίαστο και αμετάφραστο, γεγονός που έρχεται σε έντονη αντίθεση με την πολύ διδακτική σε γενικές γραμμές μεταφραστική στάση του Σκυλίσση.
Αυτές οι τόσο αποκλίνουσες μεταφραστικές στρατηγικές δεν εξηγούνται παρά μόνο από την πρόθεση των μεταφραστών να ανταποκριθούν στις προσδοκίες του κοινού στο οποίο απευθύνονται. Η μετάφραση του Dugdale στοχεύει στο να ενδυναμώσει τον τολμηρό και αισθησιακό χαρακτήρα του μυθιστορήματος του Σύη προκειμένου να παράγει ένα κείμενο κατά το δυνατόν διασκεδαστικό εντάσσοντάς το στη λεγόμενη «λογοτεχνίας της φυγής» η οποία ήταν πολύ δημοφιλής στο εργατικό αναγνωστικό κοινό της δεκαετίας του 1840 στη Μεγάλη Βρετανία25. Αντιθέτως η μετάφραση του Σκυλίσση στοχεύει να νομιμοποιήσει το μυθιστόρημα του Σύη στα μάτια της αστικής τάξης η οποία αποτελεί το αποκλειστικό αναγνωστικό της κοινό και ενδιαφέρεται έντονα για ζητήματα ηθών: διαλέγει λοιπόν να καταπνίξει τις «τολμηρότητες» κάθε είδους στο κείμενο-πηγή και να παραγάγει ένα μεταφρασμένο μυθιστόρημα που θα γίνει αποδεκτό από την αστική ιδεολογία.
Μυθιστόρημα ευχάριστο, μυθιστόρημα χρήσιμο.
Ωστόσο, η αντίθεση αυτών των δύο μεταφράσεων δεν βρίσκεται μόνο σε ζητήματα ηθικής. Οι μεταφράσεις του Dugdale και του Σκυλίσση βρίσκονται σε μετωπική αντίθεση ως προς τον τρόπο που χειρίζονται την παρουσία του ξένου μέσα στο κείμενο-στόχο. Πρόκειται για ένα ζήτημα που τίθεται στην περίπτωση των Μυστηρίων των Παρισίων με ακόμα μεγαλύτερη ένταση από τη στιγμή που το μυθιστόρημα χαρακτηρίζεται από την έντονη παρουσία του τοπικού παρισινού χρώματος: ο πολύ μεγάλος αριθμός των τοπωνυμίων που χαράζουν μια γεωγραφία του Παρισιού εύκολα αναγνωρίσιμη, η προσοχή με την οποία το αστικό ντεκόρ περιγράφεται, η σημασία η οποία δίνεται στην ομιλία και στην περιγραφή της ζωής τόσο της καλής κοινωνίας όσο και των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων, ο κορεσμός των επεξηγηματικών υποσημειώσεων, όλα αυτά εξυπηρετούν στο να σχεδιαστεί ένας πίνακας της παριζιάνικης κοινωνίας που στοχεύει να δώσει μια εντύπωση αυθεντικότητας, και όλα αυτά κάνουν το μυθιστόρημα να προσεγγίζει την μορφή του πληροφοριακού ντοκουμέντου, με τον τρόπο που προσιδιάζει στο ρεπορτάζ και στην κοινωνική έρευνα26.
Στις δυο μεταφράσεις που μελετάμε αυτό το τοπικό χρώμα έχει χρησιμοποιηθεί με πολύ διαφορετικό τρόπο. Η γαλλική κουλτούρα, η ξένη για την ελληνική και βρετανική κουλτούρα, είναι αναπόφευκτα έντονα παρούσα στις δυο μεταφράσεις εξαιτίας αυτής της κεφαλαιώδους σπουδαιότητας που παίρνει το τοπικό χρώμα στην ποιητική του Σύη. Ο Σκυλίσσης, στον πρόλογο της μετάφρασής του, καταγράφει αυτή την αδυναμία να εξαφανίσει εντελώς τα σημάδια του ξένου, όπως και το γεγονός πως η έντονη παρουσία της ξένης κουλτούρας δημιουργεί ένα πρόβλημα αναγνωσιμότητας του μεταφρασμένου κειμένου. Γράφει σχετικά:
Υπάρχουν ξέναι τινές λέξεις, πολλάκις αναπόφευκτοι. Ήτον ανάγκη να εξελληνισθώσιν αντικείμενα τινα παντάπασιν αλλότρια και εις τον αρχαίον και εις τον μεταγενέστερον Έλληνα – φράσεις τινές, τας οποίας μόνος ο γαλλικός πολιτισμός ηδυνήθη να επινοήση και σχηματίση. Ταύτα, και αν εξελληνίζοντο, ήθελον άρα γε εννοείσθαι αφ’όλους εν γένει τους αναγνώστας; 27
Έτσι ούτε η μετάφραση του Dugdale ούτε η μετάφραση του Σκυλίσση δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «κακές» με την έννοια που δίνει ο Antoine Berman28, δηλαδή οι μεταφράσεις που με το πρόσχημα της μετακένωσης-οικειοποίησης του νοήματος του κειμένου-πηγή, επιχειρούν μια συστηματική άρνηση του ανοίκειου και του ξένου στο κειμένου-στόχο. Τα ίχνη της γαλλικής κουλτούρας είναι πανταχού παρόντα, αλλά σε ποικίλους βαθμούς που είναι ενδιαφέρον να μελετήσουμε.
Το παράδειγμα του «l'eau d'aff», ποτό που προτιμά ο κόσμος των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων του Παρισιού μπορεί να βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα τις στρατηγικές που αναπτύσσονται από τους μεταφραστές για να λύσουν αυτό το πρόβλημα της αναγνωσιμότητας. Η ονομασία του ποτού «l'eau d'aff» παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο εισαγωγικό κεφάλαιο των Μυστηρίων των Παρισίων και λέγεται από τον Chourineur που απευθύνεται στον La Goualeuse με τον παρακάτω τρόπο :
tu vas me payer l’eau d’aff, ou je te fais danser sans violons !29
Η ονομασία της αργκό «l’eau d’aff» ξεχωρίζει από την υπόλοιπη φράση εξαιτίας των πλάγιων γραμμάτων που σημαίνουν τις πιο πολλές φορές την ύπαρξη λέξεων ή φράσεων της αργκό. Μετά τη λέξη «l’eau d’aff» βρίσκουμε μια παραπομπή σε μια υποσημείωση που μεταφράζει τον όρο σε τρέχοντα γαλλικά « L’eau-de-vie ». Η μετάφραση της αργκό φαίνεται εκ πρώτης όψεως απλή με την έννοια ότι οι μεταφραστές δεν είναι ανάγκη να ψάξουν, τουλάχιστον στην αρχή, για ισοδύναμα στη γλώσσα τους. Για να αποδώσουν στη μετάφραση την απόλυτη ανοικείωση που δοκιμάζει κάθε γάλλος αναγνώστης απέναντι σ’αυτή την κρυπτική γλώσσα, αρκεί να διατηρήσει όπως είναι τις εκφράσεις της γαλλικής αργκό, το ίδιο κρυπτικές και για τους ξένους αναγνώστες : έτσι διατηρείται το τοπικό γαλλικό χρώμα, όπως και το πρώτο αίσθημα ακατανοησίας του αναγνώστη. Είναι ακριβώς η επιλογή των μεταφράσεων του Dugdale και του Σκυλίτση που διατηρούν στο σώμα του κειμένου τη γαλλική φράση.
Η μετάφραση του Dugdale μεταφράζει με τον παρακάτω τρόπο :
you shall stand some eau daff (eau-de-vie – brandy)30.
Η αγγλικίζουσα ορθογραφία σε δυο λέξεις του « eau d'aff » ακολουθείται από την τρέχουσα λέξη στα γαλλικά εντός παρενθέσεων όπως στο πρωτότυπο, μετά το ισοδύναμο στα τρέχοντα αγγλικά που υποτίθεται ότι δίνει στους βρετανούς αναγνώστες, διαμέσου μιας πραγματικότητας που γνωρίζουν καλύτερα, μια καλύτερη κατανόηση της γαλλικής πραγματικότητας που ήταν ενδεχόμενο να μην γνωρίζουν. Η μετάφραση του Σκυλίτση χρησιμοποιεί έναν τρόπο παρόμοιο :
θα με κεράσεις ένα άφ31.
Ο Σκυλίσσης διαλέγει να μεταγράψει τη γαλλική λέξη παραλείποντας το πρώτο συνθετικό και παραπέμποντας σε μια υποσημείωση που δίνει μαζί τη λέξη της γαλλικής αργκό (eau d’aff), το ισοδύναμο στα τρέχοντα γαλλικά (eau de vie) και το πολιτισμικό ελληνικό ισοδύναμο (ρακή). Από τη στιγμή που αυτή η αρχή της ισοδυναμίας «eau d’aff», «brandy» και «ρακή» τίθεται στην αρχή του κειμένου, ο μεταφραστής της έκδοσης Dugdale όπως και ο ίδιος ο Σκυλίσσης προτιμούν στη συνέχεια να διατηρήσουν το ισοδύναμο στο σώμα του κειμένου. και να σβήσουν την πρωτότυπη έκφραση της γαλλικής αργκό, όπως παρατηρούμε σχετικά με το «eau d’aff» του επόμενου κεφαλαίου. Παρά τη σύγκλιση των δύο μεταφράσεων σ’αυτό το σημείο όσον αφορά την πρωτοκαθεδρία που δίνουν στα πολιτισμικά ισοδύναμα όταν η λέξη της γαλλικής αργκό εισάγεται και εξηγείται, οι εκδόσεις Dugdale και Σκυλίσσης παρουσιάζουν πέραν τούτου μείζονες διαφορές στις μεταφραστικές στρατηγικές που χρησιμοποιούν για να χειριστούν την παρουσία του ξένου στο κείμενο-πηγή.
Αυτές οι διαφορές οφείλονται και στον μεταφραστικό κανόνα που ισχύει σε κάθε χώρα αλλά και στο αναγνωστικό κοινό για το οποίο προορίζεται η μετάφραση. Η μεταφραστική θέση του μεταφραστή της έκδοσης Dugdale προσδιορίζεται και από τον βρετανικό μεταφραστικό κανόνα του 19ου αιώνα που πρεσβεύει το αόρατο του μεταφραστή και παράλληλα από την αυξημένη ζήτηση όπως αναφέρθηκε του εργατικού αναγνωστικού κοινού που εμφανίζεται τη δεκαετία του 1840. Έτσι η μετάφραση των εκδόσεων Dugdale είναι ένα κείμενο όπου ο μεταφραστής περνά απαρατήρητος και δεν μιλά ποτέ με το όνομά του για να εκθέσει τα προφανή προβλήματα που αντιμετωπίζει στη δουλειά του, ή για να εξηγήσει την ειδική περίπτωση αυτού ή εκείνου του αντικειμένου της γαλλικής κουλτούρας. Ο μόνος ρόλος που αναλαμβάνει στη μετάφραση περιορίζεται στο να δώσει μέσα σε παρενθέσεις τα πολιτισμικά βρετανικά ισοδύναμα ή ίσως τις κυριολεκτικές μεταφράσεις των γαλλικών όρων που είναι κατά περίπτωση λιγότερο ή περισσότερο εύστοχες. Ποτέ ο μεταφραστής της έκδοσης Dugdale δεν αναλαμβάνει μια διδακτική στάση απέναντι στον αναγνώστη του για να του εξηγήσει με περισσότερες λεπτομέρειες την γαλλική πραγματικότητα την οποία ενδεχομένως αγνοεί. Αυτό οφείλεται από τη μια μεριά, στο γεγονός ότι η εγγύτητα ανάμεσα στις δύο χώρες όπως και οι δεσμοί που υφαίνονται μεταξύ τους κατά τη διάρκεια της ιστορίας έχουν επιτρέψει στον γαλλικό και αγγλικό πληθυσμό να γνωριστούν εκατέρωθεν, πράγμα το οποίο δεν συμβαίνει στην περίπτωση της Γαλλίας και της Ελλάδας. Αλλά από την άλλη μεριά, αυτή η άρνηση του μεταφραστή να επιδοθεί σε μια εγκυκλοπαιδική εργασία που θα αφορούσε τον γαλλικό πολιτισμό, οφείλεται χωρίς αμφιβολία περισσότερο στην προτεραιότητα που δίνεται στην αφήγηση, στην διασκεδαστική ιστορία, παρά στις κοινωνιολογικές υποσημειώσεις που περιλαμβάνονται στο πρωτότυπο και τις σημειώσεις του μεταφραστή που θα μπορούσαν να βοηθήσουν τον αναγνώστη να καταλάβει καλύτερα μερικές πτυχές της γαλλικής κουλτούρας. Έτσι η απουσία υποσημειώσεων στην έκδοση Dugdale δεν είναι μόνο μια στρατηγική για να μειωθεί το κόστος της εκτύπωσης, αλλά περισσότερο μια εκδοτική και μεταφραστική επιλογή που στοχεύει στη ελαχιστοποίηση του πληροφοριακού χαρακτήρα του μυθιστορήματος του Σύη, της διάστασής του ως κοινωνικής έρευνας, προς όφελος του διασκεδαστικού χαρακτήρα του.
Η μεταφραστική θέση του Σκυλίσση είναι το ακριβώς αντίθετο αυτής που μόλις αναφέραμε. Ο μεταφραστής είναι πανταχού παρών στο μεταφρασμένο κείμενο είτε πρόκειται για τον πρόλογο του βιβλίου ή για τις πολυάριθμες σημειώσεις του μεταφραστή που διατρέχουν το κείμενο. Δεν διστάζει ποτέ να πάρει το λόγο με το όνομά του και να εκθέσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει στη μετάφραση, ούτε επιπλέον να κάνει αναφορά σε άλλες μεταφράσεις που συμβουλεύεται επιπλέον του πρωτότυπου, ιδιαίτερα μια ιταλική μετάφραση. Εκτός από το να μας επιτρέπει την είσοδο στο ατελιέ του μεταφραστή με τα συχνά σχόλια πάνω στην εργασία του, ο Σκυλίσσης πραγματοποιεί επίσης προκαταρκτικές εγκυκλοπαιδικές έρευνες για την επεξεργασία της μετάφρασής του. Στον πρόλογο του, εκτός από τον κατάλογο των χρησιμοποιούμενων για τη μετάφραση λεξικών, αναφέρει τρία άλλα έργα με χαρακτήρα λιγότερο γλωσσολογικό και περισσότερο εγκυκλοπαιδικό : θα χρησιμοποιούσε «έν λεξικόν των δημοσίων οικοδομών και τόπων των Παρισίων» και «έν άλλο των πολιτικών λέξεων» καθώς επίσης και το « Dictionnaire Encyclopédique Usuel de Saint-Laurent »32. Αυτά τα εγχειρίδια θα του χρησιμεύσουν να γράψει πολύαριθμες σημειώσεις του μεταφραστή που εξηγούν στους έλληνες αναγνώστες την γαλλική πραγματικότητα. Για παράδειγμα το «λεξικόν των δημοσίων οικοδομών και τόπων των Παρισίων», προφανώς του χρησίμευσε να πραγματοποιήσει πολύ μεγάλο αριθμό επεξηγηματικών σημειώσεων της παρισινής τοπογραφίας. Αλλά, πέρα από αυτές τις εξηγήσεις πάνω στην παρισινή και πιο γενικά την γαλλική γεωγραφία, ο Σκυλίσσης επιδεικνύει εξίσου μεγάλη φροντίδα για το ξεκαθάρισμα και της παραμικρής πολιτισμικής ιδιαιτερότητας που θα μπορούσε να αποβεί εμπόδιο στην αναγνωσιμότητα του κειμένου, συμπεριλαμβανομένων και των πιο ανεκδοτολογικών ιδιαιτεροτήτων:
Εις Παρισίους, καθώς και αλλαχού της Γαλλίας, πας ευρύχωρος οίκος, κατοικούμενος μάλιστα υπό πολλών, έχει εις την αυλήν, πλησίον η αντίκρυ της θύρας, εν οικημάτιον όπου διατρίβει θυρωρός τις, μετά της οικογενείας του πολλάκις. Οι θυρωροί ούτοι μετέρχονται οιονδήποτε ποταπόν επιτήδευμα, υφ’ου πορίζονται τα προς το ζήν33.
Γνωστόν, ότι εις την Ευρώπην μεταχειρίζονται επί των Θυρών αντί κροτάλων κώδωνας, ως επί το πλείστον34.
Έτσι λοιπόν η μετάφραση Σκυλίσση αντίθετα με αυτήν της έκδοσης Dugdale δίνει μια κεφαλαιώδη σημασία στην ανασύσταση της γαλλικής κουλτούρας στο εσωτερικό του μεταφρασμένου κειμένου και στην σαφήνεια του. Ενισχύοντας την «εγκυκλοπαιδική», πληροφοριακή πλευρά του κειμένου του Σύη με τις αμέτρητες σημειώσεις του μεταφραστή, ο Σκυλίσσης σκοπεύει να παράγει κατά έναν τρόπο ένα μυθιστόρημα χρήσιμο που θα πρόσφερε μια καλύτερη γνώση των γαλλικών ηθών στους αναγνώστες του, δηλαδή στην ελληνική αστική τάξη της οποίας η μανία να ακολουθεί την ευρωπαϊκή μόδα αποτελεί έναν κοινό τόπο στην ελληνική σάτιρα του 19ου αιώνα35. Τα Μυστήρια των Παρισίων του Σκυλίτση αποτελούν έτσι κατά κάποιο τρόπο τόσο ένα μυθιστόρημα ηθών όσο και ένα εγχειρίδιο ευρωπαϊκού και γαλλικού πολιτισμού προορισμένο για τις εύπορες τάξεις στην Ελλάδα. Αυτός ο ορίζοντας ενός αστικού κοινού γίνεται εξάλλου εύκολα αντιληπτός από την σημασία που παίρνουν για παράδειγμα σ αυτήν την μετάφραση δύο κεφάλαια τα οποία στο μυθιστόρημα του Σύη είναι σαφώς δευτερεύοντα στην αφηγηματική οικονομία: πρόκειται για τα κεφάλαια δεκαπέντε και δεκαέξι του δεύτερου μέρους, με τίτλο «Le Bal» και «Le Jardin d’Hiver» τα οποία στη μετάφραση του Σκυλίτση αποτελούν ένα ενιαίο κεφάλαιο. Σ’αυτό το κεφάλαιο στο οποίο περιγράφει μια κοσμική δεξίωση στην κοινωνία των Μεγάλων, βρισκόμαστε σε έναν παρακειμενικό πληθωρισμό άνευ προηγουμένου. Ο μεταφραστής για να προκαλέσει «διπλήν τέρψιν πρός τους όσοι των αναγνωστών μας είναι εγκρατείς της Γαλλικής36» διαλέγει να δώσει για παράδειγμα σε μια υποσημείωση που είναι η πιο μακροσκελής του βιβλίου και καταλαμβάνει μισή σελίδα, την ανταλλαγή φιλοφρονήσεων ανάμεσα στον Ροδόλφο και στην κυρία Πρέσβειρα της Γαλλίας: εάν η αργκό ήταν για τον Σκυλίσση ένα αντικείμενο τρόμου, η επιτήδευση της κοσμικής γλώσσας γίνεται πηγή ευχαρίστησης που μοιράζεται με τον αναγνώστη. Το ίδιο, πιο κάτω στο κείμενο, κάθε λουλούδι που στολίζει τον κήπο του χειμώνα έχει δικαίωμα σε μια επεξηγηματική υποσημείωση που μοιάζει συχνά με μια σημείωση Βοτανικής37 : αυτό το κεφάλαιο της μετάφρασης του Σύη βρίσκεται με τέτοιο τρόπο μετασχηματισμένο από τη μετάφραση ώστε να παίρνει τη μορφή ενός είδους εγχειριδίου κηπουρικής με προορισμό μια αστική τάξη η οποία ήθελε να μιμηθεί την ευρωπαϊκή μόδα του 19ου αιώνα για την κηπουρική και πιο συγκεκριμένα για εξωτικούς κήπους και εδώ, στην περίπτωσή μας, για ένα κήπο «αντάξιο των Χιλίων και μιας Νυχτών».
Για να ανακεφαλαιώσουμε, είναι καθαρό, από αυτή την συγκριτική μελέτη των μεταφράσεων, ότι οι ξένοι αναγνώστες των Μυστηρίων των Παρισίων δεν έχουν όλοι την ίδια εμπειρία ανάγνωσης. Αυτή η διαφορά δεν οφείλεται όπως θα μπορούσαμε να πιστέψουμε μόνο στις κοινωνιο-ιστορικές, πολιτιστικές και γλωσσολογικές διαφορές μεταξύ των δύο χωρών, αλλά οφείλεται εξίσου στους τύπους του αναγνωστικού κοινού στο οποίο στοχεύουν οι αντίστοιχοι εκδότες των μυθιστορημάτων του Σύη στο εξωτερικό, οι οποίοι προσδιορίζουν και τις μεταφραστικές στρατηγικές. Συμπερασματικά, εάν οι μεταφράσεις του Dugdale και του Σκυλίτση μοιάζουν να παίρνουν μονοπάτια τόσο διαφορετικά μεταξύ τους, είναι γιατί κατά μια έννοια, υπακούουν ο καθένας σε δυο αρχές ριζικά διαφορετικές : η πρώτη δίνει προτεραιότητα στο διασκεδαστικό, στο ευχάριστο για να αντασποκριθεί στις προσδοκίες ενός λαϊκού κοινού που αγαπά τη «λογοτεχνία της φυγής», ενώ η δεύτερη έχει σκοπό να παρουσιάσει στους αστούς αναγνώστες ένα μυθιστόρημα χρήσιμο όχι μόνο για τη διαμόρφωση των ηθών αλλά εξίσου και για τη γνωριμία με τον δυτικό κόσμο.
Filippos Katsanos :
Réceptions croisées : les enjeux de la traduction des Mystères de Paris en Grande-Bretagne et en Grèce στο http://www.medias19.org/index.php?id=17191
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 βλ. Edmond Cary, Les Grands traducteurs français, Genève : Georg, 1963, σ. 21.
2 Η έκφραση είναι του Sainte-Beuve και βρίσκεται στο άρθρο « De la littérature industrielle » δημοσιευμένο στη Revue des Deux Mondes, την 1η Σεπτεμβρίου του 1839.
3 βλ. τις αναλύσεις γραμμάτων αναγνωστών του Σύη που έγιναν από την Judith Lyon-Caen στο La Lecture et la Vie : Les usages du roman au temps de Balzac, Tallandier, 2006.
4 Οι καινούργιες τεχνικές έκδοσης για παράδειγμα που οδήγησαν στη μείωση του κόστους έκδοσης και στην προσέλκυση νέου λαϊκού αναγνωστικού κοινού και συνεπώς στην άνθηση μιας λαϊκής λογοτεχνίας τον 19ο αιώνα στη δυτική Ευρώπη, καθυστέρησαν να έρθουν στην Ελλάδα. Η εμφάνιση ενός μυθιστορήματος που διαβάστηκε μαζικά από τις λαϊκές τάξεις στην Ελλάδα τοποθετείται στις αρχές του 20ου αιώνα με τη μορφή του «ληστρικού μυθιστορήματος», βλέπε : Χρήστος Α. Δερμεντζόπουλος, Το ληστρικό μυθιστόρημα στην Ελλάδα : Μύθοι-Παραστασεις-Ιδεολογία, Λαϊκός Πολιτισμός/Τοπικές Κοινωνίες, Πλέθρον, 1997.
5 Για παράδειγμα, η πλούσια έκδοση σε τρεις τόμους (triple decker) των Μυστηρίων των Παρισίων από τον λονδρέζο εκδότη Chapman And Hall στα 1845-6 δεν απευθύνεται στο ίδιο φτωχό κοινό (penny dreadful) στο οποίο απευθύνεται η έκδοση του William Dugdale στα 1844.
6 George W. M. Reynolds, The Mysteries of London, Foreword by Louis James, Annotated by Dick Collins, Chapter CIV. Female courage, volume I, Valancourt books, Kansas City, 2013, σ. 891.
7 Venuti Lawrence, The Translator's Invisibility : A History of Translation, London and New York : Routledge, 2008, σ. 1
8 βλ. Berry Palmer Chevasco, Mysterymania : The Reception of Eugène Sue in Britain 1838-1860, European Connections, Peter Lang, 2003, σ. 71.
9 “WILLIAM DUGDALE, one of the most prolific publishers of filthy books, was born at Stockport in 1800 ; he was implicated in 1819 in the Cato Street conspiracy, together with Thistlewood and others ; was repeatedly imprisoned, and for the last time in 1868 ; he died in the House of Correction, Nov. 11 of that year. He carried on business at 23, Russel Court, Drury Lane, at 3. Wych Street, at 5, at 16, and at 37, Holywell Street, and at 44, Wych Street, under the names of Turner, Smith, Young, and Brown”, Henry Spencer Ashbee, Bibliography of Forbidden Books, vol. 1/3, 1877, σ. 127.
10Οι ακριβείς ημερομηνίες της περιοδικής δημοσίευσης των Μυστηρίων των Παρισίων με τη μορφή του συμπληρώματος της σμυρναίικης εφημερίδας Αμάλθεια δεν μας είναι γνωστές λόγω έλλειψης των πρωτογενών πηγών. Ωστόσο η ύπαρξη αυτής της περιοδικής δημοσίευσης αναφέρεται από τον ίδιο τον Σκυλίσση στον πρόλογο του 1ου τόμου της μετάφρασής του, καθώς και από τον ανταγωνιστή μεταφραστή της επιθεώρησης Άστρο της Ανατολής ο οποίος αντιδρά με πολεμική στην διαφημιστική καμπάνια της εφημερίδας Αμάλθεια υπέρ αυτής της καινούργιας σμυρναίικης μετάφρασης που είχε το προνόμιο να βασιστεί σε μια καινούργια εκδοχή του κειμένου, διορθωμένη και αναθεωρημένη από τον συγγραφέα βλέπε: « ὙΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟΝ. Τὰ Μυστήρια τῆς Σμύρνης », Παρισίων Απόκρυφα ή Άστρον της Ανατολής, 10, février 1845, p. 7, et Παναγιώτης Μουλλάς, Ο χώρος του εφήμερου. Στοιχεία για την παραλογοτεχνία του 19ου αιώνα, εκδ. Σοκόλη, 2007, pp. 97-104.
11 Après cette édition en deux volumes, la traduction de Skylissis sera régulièrement rééditée sous la forme de dix livraisons. Nous avons repéré les traces de sept rééditions de la traduction Skylissis (deux à Constantinople, une Smyrne et quatre à Athènes). L’une de ces rééditions, celle de 1896 par l’éditeur athénien Ιωάννης Νικολαϊδης, une édition illustrée.
12 Pour une biographie critique de Skylissis, voir : Alexis Politis, « Η Αγάπη Για Την Ποίηση Και Οι Αναγκατσικές Μεταφράσεις Πεζογραφίας. Ο Ιωάννης Ισιδορίδης Σκυλίσσης Αυτοβιογραφείται », in Πολυφωνία. Φιλολογικά μελετήματα αφιερωμένα στον Σ. Ν. Φιλιππίδη, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2009, σ. 50-103.
13 Berry Palmer Chevasco, ibidem, σ. 84 : “Dugdale’s version of Sue’s novel was targeted at his usual audience of the newly literate. When not actually using the underworld argot for which the book became noted, the original language of Les Mystères de Paris maintained a certain formality and elegance of phrase. Sue’s initial audience for the novel had been the readers of an eloquent bourgeois journal. Dugdale’s rendition reflected none of Sue’s own typically refined prose. The language used for this English edition was much more colloquial and conversational”.
14 « Άν την ιδέαν και τας δυνάμεις μας εστεφάνωσεν επιτυχία τις, μαρτυρεί τούτο η πληθύς οκτακοσίων περίπου συνδρομητών, αναβάντων εις τον αριθμόν αυτόν καθόσον προέβαινεν η περιοδική έκδοσης », Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 4.
15 βλ. Henri Tonnet, Histoire du grec moderne, « Langues & Mondes », L'Asiathèque, 2003, σ. 205-249
16 παρατίθεται στο Berry Palmer Chevasco, ibid., σ. 75 : “a gross, detestable, raw-head-and-bloody-bones caricature [...] unworthy of an artist” ; “a guilty sympathy pour villany”.
17 Η Αναμόρφωσις, 32, 1η Αυγούστου 1844. παρατίθεται στον πρόλογο του 1ου τόμου της μετάφρασης Σκυλίσση σ. III.
18 βλ. Γράμμα του Σκυλίσση στον Θεόφιλο Καϊρη που παρατίθεται στο : Μαριέττα Σέρβου, « Ανήσυχοι Και Νέοι Γύρω Στα 1845 » in Οι χρόνοι της Ιστορίας για μια ιστορία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας, Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, Γενική Γραμματεία Νέας Γενιάς, Αθήνα, σ. 233-252
19 «Πρόλογος του Μεταφραστού», στο Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. V.
20 Eugène Sue, Les Mystères de Paris, Bouquins, Robert Laffont, 1989, σ. 59.
21 Eugene Sue, The Mysteries of Paris, London : William Dugdale, 1844, σ. 18.
22 Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 28.
23 Eugène Sue, Les Mystères de Paris, Bouquins, Robert Laffont, 1989, σ. 635.
24 Eugene Sue, The Mysteries of Paris, London: William Dugdale, 1844, σ. 304.
25 Για το θέμα αυτό βλέπε : Louis James, Fiction for the working man 1830-1850, Harmondsworth : Penguin, second edition, 1973.
26 Βλέπε : Judith Lyon-Caen, « Enquêtes, littérature et savoir dans le monde social en France dans les années 1840 », Revue d'Histoire des Sciences Humaines, 17, 2007, σ. 99-118.
27 «Πρόλογος του Μεταφραστού», Παρισίων Ἀπόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. IV.
28 βλ. Antoine Berman, L’épreuve de l’étranger. Culture et traduction dans l’Allemagne romantique, Tel, Gallimard, 1984, σ. 17.
29 Eugène Sue, Les Mystères de Paris, Bouquins, Robert Laffont, 1989, σ. 33.
30 Eugene Sue, The Mysteries of Paris, London: William Dugdale, 1844, σ. 4.
31 Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, p. 2.
32 «Πρόλογος του Μεταφραστού», Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. IV.
33 Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 178.
34 Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 201.
35 Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της σάτιρας της ελληνικής αστικής τάξης που αναζητούσε με κάθε τρόπο να μιμηθεί τις ευρωπαϊκές μόδες είναι το μυθιστόρημα του Ιάκωβου Πιτσιπιού Ο πίθηκος Ξούθ ἤ τα ἤθη του αἰώνος που δημοσιεύτηκε το 1848.
36 « Ίσως προξενούμεν διπλήν τέρψιν πρός τους όσοι των αναγνωστών μας είναι εγκρατείς της Γαλλικής, προσθέτοντες ενταύθα εις τπ πρωτότυπον του όλον αυτό το τεμάχιον φιλοφρονήσεων. Σ.τ.Μ. », Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 229.
37 Παρισίων Απόκρυφα, μυθιστορία Ευγένιου Σύη, μεταφρασθείσα εκ του Γαλλικού υπό Ι. Ισιδωρίδου Σκυλίσση, Τόμος Πρώτος, Σμύρνη, Εκ του Τυπογραφείου των Παρισιανών Αποκρύφων, 1845, σ. 231-2.